Παύλος Κριναίος
Μια μπάντα από βελούδο
ποίημα,
1936
ΜΙΑ ΜΠΑΝΤΑ ΑΠΟ ΒΕΛΟΥΔΟ
Μιά μπάντα
από βελούδο τεντωμένη
στον τοίχο
του καμαρινιού,
με
πισωβελονιά όπως μου ΄παν, κεντημένη
κι’ αδέξιο
χέρι κάποιου κοριτσιού.
Τί
παριστάνει; Κάτι πολύ συνηθισμένο:
ένα τοπίο,
μιά θάλασσα που ασπρίζει
στ’
αμμοθαλάσσι και βαθειά ροδίζει
τ’ ορίζοντα
η γραμμή με χρώμα ξεπλυμένο.
Κι’ ακόμη το
απαραίτητο ζευγάρι
σε άτεχνο
στυλ γελοίου ρωμαντισμού.
Σαν ξύλινος
ο νέος πώς φιγουράρει,
στον μώλο
πλάι στο φόντο του πανιού
Μά η κόρη,
στο πλευρό του αναστημένη
με κόκκινη
και κίτρινη κλωστή,
τί θάμα, τί
ωμορφιά γοητευτική
κομψή,
σπαθάτη, ωραία και λυπημένη.
Το μέτωπο
αψηλό, τα μάτια εκστατικά,
προς την
αυγή του ονείρου βυθισμένα,
κι’ ο
κωμικός της ήρωας μήτε σκιά
στο πλάι της
με τα μέλη ξυλιασμένα.
Ποιά κόρη,
ποιά παιδούλα έχει κεντήσει
τα μάτι’
αυτά στον ταπεινό καμβά;
Με δάκρυα
την κλωστή θα ’χει νοτίσει
και μ’
αναστεναγμούς τη βελονιά.
Μ’ αδέξιο
χέρι κι’ όμως πληγωμένη
δεν μάντεψαν
μι’ αθώα μικρή καρδιά,
π’ ανιστορεί
την λύπη την κρυμμένη
σ ’ ένα
καμβά με πισωβελονιά.
ΠΑΥΛΟΣ
ΚΡΙΝΑΙΟΣ
Το
ποίημα δημοσιεύθηκε
στη
φιλολογική εφημερίδα
« Νεοελληνικά
Γράμματα »,
Σάββατο
19 Δεκεμβρίου 1936.
Λόγος Έμφρων