Π. ΠΑΠΑΔΟΥΚΑΣ - ΤΑ ΠΕΘΑΜΕΝΑ ΠΛΟΙΑ - 1949 - Ποίημα - ΠΟΙΗΣΗ

 

Π. Παπαδούκας  

« Τα Πεθαμένα Πλοία »

ποίημα, 1949

  

 

 

 

 ΤΑ ΠΕΘΑΜΕΝΑ ΠΛΟΙΑ  

 


 

Μ’ αρέσει κάποια δειλινά της Κυριακής θλιμένα

να κατεβαίνω μοναχός στου λιμανιού την άκρη

και να κοιτάζω τα παληά τα πλοία τα πεθαμένα,

που απ’ τα ταξίδια απόστασαν στου ωκεανού τα μάκρη.

 

και τώρα ξεκουράζονται τον ύπνο το στερνό τους

στα ήρεμα κείνα τα νερά, τ’ ανήξερα από κύμα,

δοσμένα σ’ ένα απέραντο βαθύτατο όνειρό τους.

Στα ήρεμα κείνα τα νερά, πούναι θαρρείς, σα μνήμα.

 

Κι’ όπως είναι έτσι θλιβερά είναι ως ν’ αναθυμούνται

με μανιασμένες θάλασσες θανατερούς αγώνες

και σάμπως να κρυφομιλούν και σάμπως να διηγούνται

για τρικυμίες και θύελλες και για τρελλούς τυφώνες,

 

για άγριες νύχτες φοβερές, φουρτουνιασμένες νύχτες,

που η θάλασσα τους άνοιγε τα σκοτεινά της βάθεια.

κι’ ως κατεβαίναν σκυθρωποί του βαρομέτρου οι δείχτες

εμούγκριζαν οι μηχανές στην ύστατη προσπάθεια.

 

Κι’ όπως της νύχτας πέφτουνε αργά οι πέπλοι οι μπλάβοι

και πάει η ζωή στον ύπνο της κι’ αυτή γλυκά να γύρει,

μέσα στα πλοία τα παληά τα πεθαμένα ανάβει

κάποιο δειλό κι’ άρωστο φως, σαν φως σε κοιμητήρι.

 

Γιατί κι’ αν ίσως τ’ άφησαν ναύτες και κυβερνήτες

τα πλοία εκεί τ’ απόμαχα στα ερείπια τα μουράγια,

τα κατοικούν κάτι χλωμοί σιωπηλοί αλήτες,

δαρμένοι από τις θύελλες, και της ζωής ναυάγια.

 

Κι’ απ΄τα πλατειά της θάλασσας της τρισφουρτουνιασμένης,

μακρόσυρτη φτάνει η βουή ορμητικών κυμάτων,

σα μακρυνός αντίλαλος μιας δόξας περασμένης,

σα μοιρολόϊ μουρμουριστό των άδοξων θανάτων. 




                    Π. Παπαδούκας



[ το ποίημα δημοσιεύθηκε

στο περ. «Κυπριακά Γράμματα»,

Έτος ΙΔ’, τεύχος 170, Αύγουστος 1949, (σ. 247). ]

 

(Το πρωτότυπο ποίημα σε πολυτονικό)  








     Λόγος Έμφρων

logosemfron.blogspot.com