ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΑΝΔΡΕΟΥ - 4
ΘΕΣΕΙΣ
Ευάγγελος Ανδρέου
(γένν. 1952)
Ποιητής,
Αισθητικός της τέχνης,
Κριτικός,
Δοκιμιογράφος
Δημοσιογράφος (πολιτιστικός
συντάκτης)
Ο ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ ΩΣ
ΦΟΡΕΑΣ ΧΡΕΟΥΣ:
Ευάγγελος Aνδρέου:
Οι τάσεις προς την κατεύθυνση του γραπτού
λόγου εμφανίσθηκαν στα πρώτα μαθητικά μου χρόνια ως μιά προσπάθεια -
απροσδιόριστης πηγής – να καταγίνομαι με τη γραφή στίχων προκειμένου να βρίσκω
ομοιοκαταληξίες. Το απολάμβανα σαν ένα
παιχνίδι, που μ’ άρεσε.
Τα
πράγματα άρχισαν να παίρνουν την μορφή της επίγνωσης, ύστερα από τη διάκρισή
μου σε δυό πανελλήνιους μαθητικούς λογοτεχνικούς διαγωνισμούς και τη συμμετοχή
μου σε νεανικές λογοτεχνικές συντροφιές.
Σε ηλικία 18 ετών πρωτομπήκα στο ιστορικό
«πρακτορείο πνευματικής συνεργασίας» του Μάριου Βαϊάνου, όπου κυριαρχούσε η
παρουσία κορυφαίων γραμματανθρώπων, λογοτεχνών και ποιητών, πράγμα που οδήγησε
στην κατά κάποιο τρόπο «πνευματική» κοινωνικοποίηση και συνακόλουθα στην
διαμόρφωση της αντίληψης του χρέους
του πνευματικού δημιουργού που είναι κοινωνικό και ιστορικό.
Αυτή η αντίληψη στερεοποιήθηκε με τα πρώτα
λογοτεχνικά δημοσιεύματα στις αρχές των σπουδαστικών μου χρόνων και παραμένει
μέχρι και σήμερα αναλλοίωτη:
το χρέος του λογοτέχνη ως μετόχου της πολιτείας των ιδεών δηλαδή ως
φορέα της πνευματικής ευθύνης είναι βαθύτατα κοινωνικό και αύθις ιστορικό.
Εκείθεν και τα αφετηριακά βασικά κριτήριά μου
στην σύνταξη της κριτικής, αλλά και στα λογοτεχνικά και ποιητικά έργα μου μέσω
των οποίων ασκούμαι στην καλλιέργεια της συνείδησης ύφους-ήθους-τεχνικής κάτι
που μόνον ο χρόνος θα αποδείξει αν και τί ποσοστό αληθείας εμπεριέχουν.
ΟΙ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ:
Ευάγγελος Ανδρέου:
-Μέσα
από ετερόκλητες πνευματικές προτιμήσεις (Βιβλικά κείμενα, Όμηρος, Πλάτωνας και
Πυθαγόρας, Παπαδιαμάντης, Σουρής, δημοτικό τραγούδι και Βαλαωρίτης, επιλογή
λογοτεχνικών έργων της ελληνικής γενιάς του ΄30, Σεφέρης, φιλοσοφία και
Nietzsche, ξένη λογοτεχνία και διανόηση - Rabindranath Tagore, Virgil Gheorghiu, Federico García Lorca, κ.λ.π. -, ακούσματα μελικής
ποίησης από τη βυζαντινή υμνογραφία...) δέχθηκα τις επιρροές στα πρώτα
γραψίματα, που ήταν ποιητικά, δοκιμιακά και ελεύθερες πρόζες.
-Γρήγορα
απαλλάχθηκα από όλες αυτές τις επιδράσεις καθώς αντιλήφθηκα – με τη βοήθεια και
διαφόρων καταξιωμένων κριτικών – ότι έπρεπε να ακολουθήσω έναν προσωπικό δρόμο
έκφρασης ιδίου ύφους. Δεν ήταν εύκολο.
Ήρθαν νέες προτιμήσεις που επίσης με
επηρέαζαν. Διονύσιος Σολωμός, Κωνσταντίνος Καβάφης, Άγγελος Σικελιανός, Κώστας Βάρναλης,
Φώτος Γιοφύλλης, Ανδρέας Εμπερίκος, κυρίως ο Στρατής Δούκας.
Από αυτές τις επιρροές διαμόρφωσα την
αντίληψη του όλου της γλωσσικής αξίας στην έκφραση του «μοντέρνου». Του
«μοντέρνου» στο λυρικό, στο υπερρεαλιστικό, στο φουτουριστικό...
-Ωστόσο
δεν δεσμεύθηκα από συγκεκριμένη
λογοτεχνική «σχολή».
Η διαρκής πνευματική και γλωσσική δοκιμασία
έφεραν την ωριμότητα, δηλαδή τη δυνατότητα να εξηγώ εκείνο που κάνω. Να απαντώ
πειστικά στο «γιατί» και στο «πώς». Επομένως από μακρού αγνοώ πιθανές επιρροές
ή δεσμεύσεις.
Εκείνο που με απασχολεί είναι η αυστηρά
προσωπική επεξεργασία του γραπτού σώματος (ποιητικού ή πεζού) βάσει των αρχών
που διέπουν τη συνθετική λειτουργία του λόγου, δηλαδή την επιτυχημένη διαλλαγή
των αντιθέσεων, την ενότητα των αναλογιών, την απομάκρυνση από τη «ρητορία» και
την αρμονική αλληλουχία του λογο-τεχνικού τριπτύχου «ιδέα-εικόνα-μουσικότητα».
Είναι εξ ορισμού βέβαιο ότι μιά τέτοια
εργασία έχει καταγωγή, καθώς στην τέχνη παρθενογένεση δεν υπάρχει.
Η «ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΕΝΙΑΙΑΣ
ΓΡΑΦΗΣ»:
Ευάγγελος Ανδρέου:
-Η
«θεωρία της ενιαίας γραφής» δεν γνωρίζω εάν είναι και πόσο ανοικτή στη διαδικασία
του ελέγχου και ποιές αποδείξιμες υποθέσεις την απαρτίζουν ώστε να συγκροτείται ως βάσιμη επιστημονική φιλολογική
«θεωρία».
Τί εννούμε με τον όρο «ενιαία γραφή»;
Ενιαία ως προς τον τρόπο; Ενιαία ως προς το ύφος; Ενιαία ως προς το είδος;
Σε
κάθε περίπτωση θα είχα να καταθέσω τα ακόλουθα:
Α.
Το έργο ενός ποιητή αξιολογείται ως
αυθεντικό όταν εκπορεύεται από την βίωση της προσωπικής του αλήθειας. Έτσι
αποκτά τη «σφραγίδα» του προσωπικού του ύφους το οποίο είναι «ενιαίο» καθ’ όλη
την έκταση των ποιημάτων.
Στο ιστορικό των ποιητών παρατηρείται
συχνότατα το φαινόμενο του εκλεκτικισμού το οποίο με τον χρόνο και την εμπειρία
υποχωρεί υπέρ του ενιαίου στον προσωπικό χαρακτήρα των έργων. Τότε λέμε πώς ο ποιητής
«καταστάλαξε». Έπαψε να «ψάχνει». Κατέκτησε το «ενιαίο» στον προσωπικό ποιητικό
χαρακτήρα του.
Β.
Όμοια και στο έργο του πεζογράφου (διήγηση, πρόζα, ταξίδι, χρονικό, δοκίμιο...)
ο τρόπος γραφής και το ύφος είναι ενιαία καθ’ όλη την έκταση των έργων
ανεξαρτήτως του μη ενιαίου είδους τους.
Γ.
Στο έργο του κριτικού το ύφος της γραφής είναι ενιαίο καθ’ όλη την έκταση των κειμένων
του. Ο τρόπος της γραφής του δεν είναι ενιαίος διότι προκύπτει από την
πεποίθηση των κριτηρίων του. Ο κριτικός υπέρμαχος της μοντέρνας γραφής θα
συντάξει την κριτική του για τον Εμπειρίκο με διαφορετικό τρόπο από αυτήν για
τον Δροσίνη και τούμπαλιν.
Είναι ελάχιστες και φωτεινές περιπτώσεις
όπου ο κριτικός παίρνει αποστάσεις από προσωπικές περί την τέχνη πεποιθήσεις,
αναζητώντας την ποιοτική αξία του κρινόμενου έργου όπως αυτή καθορίζεται από
τους κανόνες της αισθητικής.
Δ.
Στην ιστορία της γραμματολογίας έχουμε το κεφάλαιο της σχέσης «δημοσιογραφία-λογοτεχνία»,
όπου πλήθος πεζογράφων και ποιητών εργάσθηκαν(-ζονται) ως δημοσιογράφοι.
Πρόδηλον είναι ότι στα κείμενά τους δεν
υφίσταται «ενιαία γραφή» μολονότι τα δημοσιογραφικά κείμενά τους μπορεί να
διακρίνονται από άρτια συντακτική δομή και γλωσσική ποιότητα (Ιω. Καμπούρογλου,
Χατζόπουλος (Μποέμ), Μελάς, Μωραϊτίνης, κ.λ.π.). Δεν είναι όμως ενιαίο το είδος
του δημοσιογραφικού λόγου με εκείνο του έντεχνου γραπτού.
Ε.
Η επίδοση του ανθρώπου των γραμμάτων σε διαφορετικά είδη (ποίηση, πεζογραφία,
δοκιμιογραφία, ιστοριογραφία, μετάφραση, θέατρο) είναι απολύτως θεμιτή και εν
πολλοίς διακεκριμένη κατά είδος, διαβαθμίζοντας αναλόγως και το ιστορικό
παράστημα του πνευματικού ανθρώπου-δημιουργού έργων της διανοίας.
Έχει όμως κυρωθεί στο χρόνο το γεγονός ότι αυτό που θα καθιερώσει τον
δημιουργό ανάγεται σε ένα είδος.
Η ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΗ ΜΕ
ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ ΕΙΔΗ ΕΚΦΡΑΣΗΣ:
Ευάγγελος Ανδρέου:
Μόνον
η ποίηση. Υπηρετώντας την αντλώ τις αρχές της τέχνης, προκύπτουσες από την
εννόηση των νόμων που διέπουν τη φύση. Βάσει των αρχών αυτών πλάθεται ο
ποιητικός λόγος που δίδει τον «τύπο» χρήσης του γλωσσικού υλικού σε κάθε
έκφανση των ειδών του έντεχνου γραπτού λόγου. Συμβαίνει και στην περίπτωση των
γραπτών της ελαχιστότητάς μου. Ας αναφερθώ παραδειγματικά σε μιά κριτική
διατύπωσή μου:
«Είναι το αριστοτελικό «θείο» που αδιαφορεί
τελείως για την ύπαρξη και τη λειτουργία της καφκικής μηχανής θανάτου, επειδή ο
θάνατος έχει λόγον ενώ ο λόγος δεν έχει θάνατο»*, όπου διαβλέπει κανείς
απόπειρα ποιητικής πλαστικής σε ένα καθαρώς κριτικό άρθρο.
*Πρόλογος
στα δοκίμια του Włodzimierz Kaczocha «Κοντά στον Χάιντεγκερ, τον Κάφκα και τον
Αριστοτέλη», 2002
Για
επικοινωνία με τον Ευάγγελο Ανδρέου
Μπορείτε
να αποτανθείτε στην ηλεκτρονική διεύθυνση
Λόγος Έμφρων