Γεώργιος Τσοκόπουλος - "Το κωμειδύλλιόν μας" - άρθρο για τη γένεση του κωμειδυλλίου - 1891 - εφημ. "Εβδομάς"

 


Γεώργιος Τσοκόπουλος

« Το κωμειδύλλιόν μας »

άρθρο, 1891

εβδομαδιαία φιλολογική εφημερίδα « Εβδομάς »

 

 

 

 

 

 

 

  Αι Αθήναι διασκεδάζουσι την εσπέραν ταύτην. Χίλιοι τριακόσιοι περίπου κάτοικοι αυτής, πάσης ηλικίας και φύλου, συνωθούνται εις μάνδραν χαμηλήν, αποπληκτικήν, στενήν, δυσώδη, καλουμένην κατ’ ευφημισμόν Θέατρον Ομονοίας, και γελούν και καγχάζουν και αναπηδούν επί των ξυλίνων θρανίων των και παρακολουθούν εναγωνίως τον ηθοποιόν, εκάστην λέξιν του οποίου καλύπτουσι χειροκροτήματα και γέλωτες ικανοί να εξυπνήσωσι τους κεκοιμημένους από καταβολής κόσμου.

   Δίδεται η εκατοστή εννενηκοστή έκτη παράστασις των Μυλωνάδων, του πρώτου Ελληνικού κωμειδυλλίου. Πανταχού θεώνται στόματα μίαν σπιθαμήν ανοικτά, οφθαλμοί πλήρεις δακρύων εκ των γελώτων, και ακούονται εκρήξεις καγχασμών πεπνιγμένων, ηχηρών, διατόρων. Το κοινόν δεν ενθουσιά, φρενητιά. Όλη εκείνη η μεσαία Αθηναϊκή τάξις, η εκ σεμνότητος αποφεύγουσα να παραστή εις τας παραστάσεις του Βοκκακίου του οποίου την γλώσσαν, δεν εννοεί, ακούει τουλάχιστον δώδεκα φοράς κατ’ έτος τους Μυλωνάδες των οποίων κάλλιστα καταλαμβάνει τας ευφυείς αχρειότητας, αίτινες άλλοτε εκίνησαν του τόπου όλου την αγανάκτησιν.

 

 

   Ευρέθη το μέσον δι’ ού τα βαλάντια των ηθοποιών πληρούνται, το κοινόν πλημμυροί ευχαρίστησις, κόποι δε και φροντίδες δεν καταβάλλονται. Το θαυμάσιον αυτό μέσον εγένετο δια τους Έλληνας ηθοποιούς η εφεύρεσις του κωμειδυλλίου, ήτις υπήρξε δι’ αυτούς η ωφελιμοτέρα όλων των εφευρέσεων του αιώνος αυτού των φώτων.

 

 

   Εφευρέτης του κωμειδυλλίου δεν υπάρχει. Το κωμειδύλλιον ευρέθη εσπέραν τινα έκθετον άνευ γονέων, νόθον, βρέφος ακόμη σαχλόν και εκτετραχηλισμένον, εις το θέατρον Ολύμπια. Κατ’ αρχάς όλοι το παρετήρησαν αδιάφοροι και παρήλθον ρίπτοντες βλέμμα οίκτου επ’ αυτού. Έσπευσαν όμως ο κ. Δημήτριος Κορομηλάς και ο ατυχής [:δολοφονηθείς] Δημήτριος Κόκκος το παρέλαβον, το υιοθέτησαν και… δεν μετενόησαν. Το έκθετον εκείνο [:το κωμειδύλλιον] τους αντήμειψεν εν διαστήματι τριών ετών, όσον δεν θα τους αντήμειβεν ολόκληρος η πολυετής πνευματική του εργασία.

   Ακριβώς αυτή είνε η ιστορία της εν τη ελληνική σκηνή ενιδρύσεώς του.

   Εσπέραν τινα ο μουσικός χορός του κ. Λαμπελέτ έψαλεν ωραίαν νυκτωδίαν εις την παλαιάν, κατά το ιταλικόν, κωμωδίαν Μυλωνάδες εις το θέατρον των Ολυμπίων.  Το πράγμα αν και ωραίον δεν είχε τι το έκτακτον. Ο χορός κάλλιστα κατηρτισμένος έψαλεν αρμονικώτατα και υπερήρεσκεν, αλλά το πλείστον των κωμωδιών μέχρι της εποχής εκείνης ούτω κατέληγεν, εις εν ωραίον άσμα, εν ώ επανηγυρίζοντο ως επί το πλείστον οι γάμοι των πρωτευόντων προσώπων.

 

  Μετά εν ή δύο έτη οι Μυλωνάδες εμφανίζονται με δέκα ή δέκα πέντε άσματα στίχων κοινών, και μουσικής ειλημμένης εξ όλων των γνωστών τοπικών ασμάτων. Ποιητής ήτο ο κύριος Ευάγγελος Παντόπουλος, ο αμίμητον πράγματι διαπλάσας τον τύπον του μυλωθρού μπάρμπα-Γεώργη.  … Δύω τρία πρωτότυπα άσματα, γραφέντα υπό του κ. Ροδίου και άλλων, είνε τα ολιγώτερον αρέσαντα. Ο κ. Παντόπουλος ενεθυμήθη άσματα Συριανά, Πλακιώτικα άσματα του Ψυρρή, τα εσφύριξεν εις τον κ. Σάϊλλερ αρχιμουσικόν, ο κ. Σάϊλλερ τα έγραψεν και ούτω το κωμειδύλλιον εγένετο !

 

   Η επιτυχία του δεν περιγράφεται. Επί δύω έτη οι Μυλωνάδες υπήρξεν είδος Αγγλικής great attraction από εκείνας που παράγει μόνον η Αμερικανική σκηνή. Ο κ. Διονύσιος Ταβουλάρης έκαμε την τύχην του. Αι Αθήναι σύσσωμοι προσήλθον και τους ήκουσαν και από τας πλησίον επαρχίας άνθρωποι εύποροι οικογενειακώς επισκέφθησαν τας Αθήνας, επί μόνω τω σκοπώ ν’ ακούσουν αυτό το άκουσμα. Όπου υπήρχον δύω ή τρεις συνηθροισμένοι δια να ομιλήσουν, δια να διασκεδάσουν, πρώτον τα άσματα των Μυλωνάδων τοις ήρχοντο εις τον νουν.        

 

 

 

 

    Το τρόπαιον των «Μυλωνάδων» δεν αφήκε τους κωμωδιογράφους μας να κοιμηθώσιν.

 

    Ο κ. Δημήτριος Κορομηλάς, ο εξοχώτερος αυτών, έγραψε τότε την «Τύχην της Μαρούλας» [1889], κωμειδύλλιον του οποίου τα άσματα γραφέντα υπό του κ. Δημητρίου Κόκκου ετονίσθησαν κατά τον αυτόν τρόπον καθ’ όν και τα των Μυλωνάδων.

   Εκ των είκοσι αυτών ασμάτων του κωμειδυλλίου κανέν δεν είνε μουσικής πρωτοτύπου. Ελληνικοί χοροί, νησιώτικα τραγούδια, Μασκώτ, Κώδωνες της Κορνεβίλλης, Κάρμεν και ό,τι άλλο ευρέθη προχειρότερον. Και όλα αυτά προστιθέμενα εις την νησιωτικήν, την Ανδριώτικην προφοράν του πρωταγωνιστού μπάρμπα-Λινάρδου, εξησφάλισαν άλλας εξήκοντα και πλέον παραστάσεις της «Μαρούλας» εδώ και αναριθμήτους εις την Κωνσταντινούπολιν και Αίγυπτον, όπου λόγω πατριωτισμού ευκολώτερον καταπίνονται τα κερδοσκοπικά χάπια των Ελλήνων θιασαρχών.

 

  Την «Τύχην της Μαρούλας» ηκολούθησε το «Τέλος της Μαρούλας» [:άλλος τίτλος επίσης «ΜπαρμπαΛινάρδος»] του μακαρίτου Κόκκου. Ο Δημήτριος Κόκκος εσυνέχισε τον μύθον του κ. Κορομηλά ούτινος ηκολούθησε τους χαρακτήρας έγραψε δε και παμπληθή άσματα δανειζόμενος τους ήχους από τα κωμειδύλλια της Γαλλίας. Ο ποιητής μάλιστα ακολουθών τον διδάσκοντα το έργον του θίασον απήλαυσε πανταχού επευφημιών, στεφάνων, τιμών, περιποιήσεων.

 

  Το πρώτον αυτό έργον του Κόκκου ηκολούθησε κατά το τρέχον [1891] έτος η «Λύρα του Γερω-Νικόλα». Ο μύθος ήτο γνωστός, η μουσική όμως πρωτότυπος. Η αυτή επιτυχία. Όπωσδήποτε η «Λύρα» είνε το πρώτον κωμειδύλλιον, βεβαίως μετ’ ελλείψεων αλλ’ υποφερτόν.

 

 

 

  Η απροσδόκητος επιτυχία της εισαγωγής των κωμειδυλλίων απέφερεν όλως αλλοίον του αναμεμενομένου αποτέλεσμα. Κατά την διδασκαλίαν των τεσσάρων αυτών έργων, πάντες ήλπιζον ότι όλοι γράφοντες ή μεταφράζοντες δια το θέατρον, θα ερρίπτοντο ακατάσχετοι επί του κωμειδυλλίου. Και πράγματι κατ’ αρχάς η ελπίς αύτη ήρχισε πραγματοποιουμένη.

   Ο θίασος του κ. Διονυσίου Ταβουλάρη πέρυσιν και ο κ. Δημοσθένης Αλεξιάδης φέτος [1891] ανέγραψαν εις τα προγράμματά των σωρείαν κωμειδυλλίων του κ. Δημ. Κορομηλά, Δημ. Κόκκου, Μπάμπη Άννινου.

   Και όμως ολόκληρος η θεατρική περίοδος παρήλθε σχεδόν και μόνος ο δύσμοιρος Δημήτριος Κόκκος  εξηκολούθησε γράφων. Ο κ. Δημήτριος Κορομηλάς μη θελήσας να παραστήση τον «Εραστήν της Βοσκοπούλας», το τρίπρακτον κωμειδύλλιόν του, απέθεσε προσωρινώς τον κάλαμον.

 

  [: Ο Δημήτριος Κόκκος δολοφονήθηκε (1891)  

/ -1. Δολοφονήθηκε το 1891, μόλις 34 ετών, από πυροβολισμό έξω από το θερινό θέατρο Ομόνοια ή το Υπουργείο Οικονομικών. Πιθανός λόγος της δολοφονίας αυτής, θεωρήθηκε η δυσαρέσκεια στη σάτιρα των έργων του. Λέγεται, πως ο θύτης ήταν ένας λοχίας που θεώρησε ότι η Λύρα του Γερο-Νικόλα, πρόσβαλλε τον πατέρα ή τον παππού του.

  ( πηγή 1: ιστοσελίδα: Το Θέατρο, λήμμα: Δημήτριος Κόκκος )

/ - 2.  Ο Δημήτριος Κόκκος δολοφονήθηκε από έναν εγκάθετο σχιζοφρενή. Τα αίτια της δολοφονίας ήταν κατά βάσιν πολιτικά επειδή ο Δημήτριος Κόκκος στα κωμειδύλλιά του αναφερόταν (ειρωνικά) κατά πολιτικών προστατών του δολοφόνου του. ]  

 

 

 

 

[ το άρθρο

του Γ.Β. Τσοκόπουλου

«Το κωμειδύλλιόν μας »

δημοσιεύθηκε στην εβδομαδιαία φιλολογική εφημερίδα

« Εβδομάς»,

 ( δντής: Ιωάννης Μ. Δαμβέργης ),

Εν Αθήναις,

Έτος Η΄, αριθ. 33, 5 Οκτωβρίου 1891, (σ. 7-9). ]

 

( εδώ τμήματα του άρθρου και όχι ολόκληρο το άρθρο)

 

 

 

 

Το φύλλο της εφημ. «Εβδομάς» με το άρθρο:

   PDF File

 

Εβδομάς: επιθεώρησις κοινωνική και φιλολογική, Έτος Η', Περίοδος Δευτέρα, Αριθμ. 33 / 05/10/1891

 

πηγή: Ψηφιακή αναπαράσταση τεκμηρίου και σχετιζόμενα μεταδεδομένα: © 2015

Βιβλιοθήκη και Κέντρο Πληροφόρησης,

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

 

 

 

 


 

Φωτογραφία από τα μέρη του άρθρου.

 

 

 

 

 

 

Λόγος Έμφρων

logosemfron.blogspot.com

[ ανάρτηση 6 Ιουνίου 2022 : Γ. Τσοκόπουλος, το κωμειδύλλιον ]