Πέτρος Μαρκάκης
Η συντεχνία των Μακελάριδων
στο Βυζαντινό θέατρο
( η καταγωγή του «χασάπικου» )
άρθρο, 1945
δημοσίευση περ. «Αυλαία»
Απ’ τήν παλιά ρωμαϊκή
αυτοκρατορία το Βυζάντιο διατήρησε πάρα πολλά πράγματα, τόσο, στο πολιτικό και
κοινωνικό πεδίο, όσο και στον τρόπο και τις συνήθειες των Βυζαντινών.
Μιά τέτοια κληρονομιά από την
ρωμαϊκή ζωή ήταν κι’ η συγκρότηση των επαγγελματικών τάξεων στο Βυζάντιο σε
συντεχνίες. Όλες οι συντεχνίες που υπήρχαν μέσα στην Πόλη ήταν εικοσιμιά. Τις
αναφέρω μονάχα ονομαστικά:
Των Ταβουλαρίων, των
αργυροπρατών, των τραπεζιτών, των βεστιοπρατών, των πανδιοπράτων, μεταξοπρατών,
των καταρταρίων, των σημαρίων, των οθονιοπρατών, των μυρεψών, των κηρουλαρίων,
των σαλδαμαρίων, των λωροτόμων,
των μαλακαταρίων, των βυρσοδεψών, των μακελαρίων, των
ιχθυοπρατών, των αρτοποιών, των καπήλων και των βόθρων.
Η καθεμιά από τίς πιό πάνω συντεχνίες εκτός από τους ιδιαιτέρους
νόμους και συνήθειες που είχε και κανόνιζε τις σχέσεις της με την πολιτεία, και
την σχέση των μελών της μεταξύ τους, είχε και ιδιαιτέρους δικούς της τρόπους που
εμφανιζόταν δημόσια. Κι’ οι δημόσιες αυτές παρουσίασεις μπρος σ’ ένα λαό, περισσότερο
από ότι πρέπει θεατρολάτρη δεν μπορούσαν να γίνονται αλλοιώτικα παρά με γιορτές
και πανηγύρια.
Έτσι κάθε συντεχνία είχε και το ιδιαίτερό
της πανηγύρι, που το έκανε κατά κανόνα, την μέρα που γιόρταζε ο προστάτης της άγιος.
Η κάθε λοιπόν συντεχνία είχε και το χαρακτηριστικό τη; θέαμα. Πρέπει δε να
προστεθή ακόμα πως όλες οι συντεχνίες πέρναν μέρος στις εκκλησιαστικές και βασιλικές
γιορτές.
Γεννιέται εδώ το ζήτημα, αυτές οι γιορτές
τί πράγμα καταντούσαν. Τίποτε άλλο από θεατρικές παραστάσεις μιμητές ή
ορχηστικές. Λυτός, ακριβίος ο λόγος ανάγκαζε κάθε συτεχνία να διατηρεί ολάκαιρο
επιτελείο από θεατρικούς κράχτες, μίμους ορχήστρες ακόμα και ποιητές για να
συνθέτουν τους ειδικούς ύμνους της συντεχνίας.
Σχετικά με τις θεατρικές
παραστάσεις των συντεχνιών οι πληροφορίες μας είναι ελάχιστες. Φαίνεται όμως πως
απ’ όλες τις γιορτές που δίναν οι συντεχνίες στο Βυζάντιο, η σπουδαιότερη ήταν η
γιορτή της συντεχνίας των μακελαρίων (δηλ. της
συντεχνίας των χασάπηδων).
Αυτή, απ’ ότι μας πληροφορεί ο Κωνσταντίνος
Πορφυρογέννητος, είχε καταντήσει να είναι μία από τις μεγαλύτερες λαϊκές γιορτές
που δίνονταν μέσα στο ιπποδρόμιο, κι’ όπου έπερνε ενεργά επίσημα μέρος κι’ αυτός
ο αυτοκράτορας. Η εξέλιξη της γιορτής αυτής δεν είναι καθόλου παράξενη, αν
ληφθεί υπ’ όψη, πως είχε συνταυτιστεί με μιε πολύ παλιά γιορτή ρωμαϊκή, τα Λουπερκάλια [:Lupercalia] ,και δεύτερο γιατί σαν που θα δούμε ο
θεατρικός αυτός εορτασμός των μακελάρηδων είχε περιεχόμενο την αναπαράσταση
γεγονότων που συγκινούσαν στο ανώτατο σημείο τον βυζαντινό λαό.
Τα Λουπερκάλια ήταν μιά αρχαία,
σαν ρωμαϊκή γιορτή προς τιμή του Πάνα, που δινόταν στις 15 των Καλανδών, του
Μαρτίου. Η γιορτή αυτή, αν και καθαρά ειδωλολατρική διατηρήθηκε φαίνεται σ’ όλο το
διάστημα των Βυζαντινών χρόνων, και τουλάχιστο ως τον 7ο αιώνα με την γνήσια
παλιά της μορφή. Πώς ακριβώς γινόταν και με τί η γιορτή στα Βυζαντινά χρόνια
βέβαια δεν ξέρουμε.
Πάντως η εκκλησία βρισκόταν σ’ αντίθεση με
αυτή. Κι’ έτσι στα τελευταία χρόνια του εβδόμου αιώνα, η Οικουμενική Σύνοδος
του Τρούλου την αναθεματίζει σαν ειδωλολατρική και τους εορτάτες της τους
αφορίζει. Αυτό το γεγονός όμως σε τίποτα
δεν εμπόδισε να εξακολουθήσει ο βυζαντινός λαός να την γιορτάζει μέσα στο
ιπποδρόμιο, όπου παίρνει επίσημα μέρος κι’ ο αυτοκράτορας κι’ όπου το κυριώτερο
μέρος της γιορτής της αποτελεί η παντομιμική γιορτή των Μακελάριδων.
Η παντομιμική γιορτή των χασάπηδων –
μακελάριδων, όπως τους έλεγαν, δεν ήταν τίποτ’ άλλο, παρά η περίφημη μάχη του
Μεγάλου Αλεξάνδρου στο Γρανικό ποταμό. Βυζαντινές πληροφορίες του πώς δινόταν αυτός
ο χορός, ακριβώς γιατι περί χορού πρόκειται, δυστυχώς δεν έχουμε.
Ευτυχώς, όπως φαίνεται αυτός ο ίδιος
ο χορός εξακολούθησε να δίνεται στην Κωνσταντινούπολη και μετά την άλωσή της από
τους Τούρκους, και μάλιστα απ’ αυτούς τους ίδιους Χασάπηδες της Πόλης, που
αποτελούσαν ευνοούμενη τάξη ραγιάδων μέσα στην Τουρκία. Λεγόταν δε από τον τόπο
που συνήθως καταγόντουσαν οι χασάπηδες, Αρναούτικος, Αρβανικός, κι’ ακόμα
Χασάπικος. Διατήρησε δε τη Βυζαντινή του
μορφή μέχρι το 18ο αιώνα, οπόταν καταργήθηκε από το σουλτάνο για δύο βασικές
αιτίες. Πρώτα για λόγους αντιζηλίας των Γενιτσάρων προς τους Κασάπογλου (Χασάπηδες)
επειδή επρόκειτο για χορό καθαρά πολεμικό, και τέτοιο χορό δεν μπορούσαν να ανέχονται
να κάνουν ραγιάδες, και δεύτερο γιατί κατά τον χορό, οι ίδιοι χορευτές
εκβαχευόντουσαν σε τέτοιο σημείο που ο χορός μεταβάλονταν σε πραγματικά
μακελειά μεταξύ τους με 10 ως 15 νεκρούς.
Τον χορό αυτό μας τον περιγράφει
με κάθε λεπτομέρεια όπως γινόταν στην εποχή της, στην Πόλη, η μητέρα του
Ελληνογάλλου ποιητή Αντρέ Στενιέ, η κυρία ντε Σενιέ σε μια επιστολή της προς τον
περίφημο Γάλλο φιλέλληνα Πέτρο Αύγουστο Γυς, που ο τελευταίος την καταχώρησε
στη δεύτερη έκδοση του βιβλίου του «Φιλολογικό
ταξίδι στην Ελλάδα».
Απομίμηση του ομαδικού αυτού
χορού είναι ο σημερινός συνώνυμος χορός Χασάπικος.
[ το άρθρο του Πέτρου Μαρκάκη «Η
συντεχνία των “Μακελάριδων” στο βυζαντινό θέατρο» δημοσιεύθηκε στο περ. «Αυλαία»,
Αθήνα, αριθ. 1, Οκτώβρης 1945, σ. 22-23 ]
Ηλεκτρονική δνση του αντίστοιχου
τεύχους
του περ. «Αυλαία»:
Τεύχος 1 (Οκτώβρης 1945) (23.93Mb)
Λόγος Έμφρων