Κωνσταντίνος Παπαστρηγάκης (ψυχίατρος) - "Ο διχασμός της προσωπικότητος" - άρθρο, 1921 - δημοσίευση περ. "Ανθρωπότης"

 


Κωνσταντίνος  Παπαστρατηγάκης (ψυχίατρος)

« Ο διχασμός της προσωπικότητος »

άρθρο, 1921

δημοσίευση περ. « Ανθρωπότης »

 




 

 

 

 
   Προσωπικότης είναι η αίσθησις του «εγώ», ήτοι η αίσθησις εκείνη δυνάμει της οποίας αναγνωρίζομεν εαυτούς ως κεκτημένους ιδίαν οντότητα, διάφορον των άλλων. Δεδομένου δε ότι εις τον απαρτισμόν τούτον της ιδέας του εγώ συμβάλλονται, ουχί μόνον ενσυνείδητοι καταστάσεις, ως τινες των φιλοσόφων πιστεύουσι, συγχέοντες ούτω την συνείδησιν προς την προσωπικότητα, αλλά και υποσυνείδητοι τοιαύται, η προσωπικότης θα ηδύνατο να ορισθή ως το σύνολον των ενσυνειδήτων και υποσυνειδήτων καταστάσεων, ως ο γενικός σύνδεσμος των ψυχικών φαινομένων, είτε ταύτα ευρίσκονται εν δράσει ( ενσυνείδητοι ) είτε εν λανθανούση καταστάσει ( ήτις ουδόλως δέον να συγχέηται μετά της εντελούς αδρανείς ). Επειδή δε ωσαύτως εν τω υποσυνειδήτω ημών υπάρχει κατατεθειμένον ολόκληρον ημών το ψυχικόν αποταμίευμα ( ούτινος τα διάφορα μέρη καθίστανται ενσυνείδητα τη βοηθεία της μνήμης ) όχι μόνον εκείνο όπερ ημείς αυτοί συνελέξαμεν αφ’ ότου ήλθομεν εις τον κόσμον υπό μορφήν ιδίως ιδεών και συναισθημάτων, αλλά και εκείνο όπερ εκληρονομήσαμεν από των προγόνων ημών, υπό μορφήν διαφόρων ψυχικών λειτουργιών, κλίσεων, ενστίκτων κ.τ.λ. επειδή, λέγω, εν τω υποσυνειδήτω ημών υπάρχει ολόκληρον τούτο το ψυχικόν αποταμίευμα, έπεται  εν τέλει ότι, η προσωπικότης ημών περιέχει εν εαυτή, πλην του ατομικού και ολόκληρον το προγονικόν ημών ψυχικό παρελθόν και αυτό το απώτερον, τουτέστι το ζωϊκόν.

 

   Η γνώσις αύτη του περιεχομένου του ημετέρου υποσυνειδήτου εκ στοιχείων και κληρονομικών και ατομικών, τυγχάνει θεμελιώδης προς κατανόησιν του διχασμού της προσωπικότητος, όστις, ας το είπωμεν από τούδε, δεν υπερβαίνει ποτέ το μεταξύ των δύο τούτων κατηγοριών των ψυχικών φαινομένων υφιστάμενον  όριον.

   Πλην όμως της θεμελιώδους ταύτης γνώσεως των συνιστώντων την προσωπικότητα στοιχείων, και άλλη τις είνε απαραίτητος προς σαφή αντίληψιν του απασχολούντος ημάς φαινομένου : είνε ανάγκη να εννοηθή καλώς ότι, εις την συνείδησιν ήν έκαστος έχει εαυτού, υπάρχουσι πραγματικώς δύο στοιχεία, άτινα εισί 1) η θεμελιώδης συναίσθησις της υπάρξεως, η κυρίως συναίσθησις του «εγώ» και 2) η συναίσθησις της ατομικότητος, εις ής τον απαρτισμόν συμβάλλονται πλείστα όσα στοιχεία, εξωτερικής καθαράς προελεύσεως.

   Εξηγούμεθα :  όταν τις βεβαιοί ημάς ότι είνε ο Πέτρος ή ο Παύλος έχει αφ’ ενός μεν, την συναίσθησιν ότι υπάρχει ως οντότης, την συναίσθησιν του «εγώ» απηλλαγμένην πάσης άλλης εντυπώσεως, αφ’ ετέρου δε, την συναίσθησιν των ιδιαιτέρων του ατομικών χαρακτήρων ως Πέτρου ή Παύλου, ήτοι της εν γένει φυσιογνωμίας του, του προσώπου του, των ενδυμάτων του κ.τ.λ.  κ.τ.λ. εν μιά λέξει, του συνόλου των εξωτερικών χαρακτήρων, δυνάμει των οποίων αναγνωρίζεται ως Πέτρος ή ως Παύλος.

   Εκ των δύο δε τούτων στοιχείων της συνειδήσεως ημών αυτών, το πρώτον δεν δύναται να αλλοιωθή ή μόνον κατ’ έντασιν, ως συμβαίνει λχ. εις τους εγωπαθείς, ενώ, τουναντίον, το δεύτερον δύναται να ποικίλλη ως προς τα συνιστώντα αυτό μέρη ή και τελείως να εκλίπη, ως συμβαίνει ακριβώς εν περιπτώσει διχασμού της προσωπικότητος, χωρίς η θεμελιώδης συναίσθησις του «εγώ» να υποφέρη τι εκ των μεταβολών τούτων.

   Είνε φανερόν ότι δύναταί τις προς στιγμήν να λησμονήση το όνομά του, την κατοικίαν του, την ηλικίαν του, χωρίς εν τούτοις να παύση έχων την συναίσθησιν της οντότητός του, του «εγώ» και του εσωτερικού. Είνε ακόμη δυνατόν, παύων τις να θεωρή εαυτόν οίος πραγματικώς είνε, Πέτρος ή Παύλος, να πιστεύη ότι τυγχάνει φορεύς ιδιοτήτων αυτοκράτορος ή θεού, χωρίς ουδέποτε να απολέση την ιδέαν της οντότητός του, ως το τοιούτον απαντάται επί τινων φρενοπαθών.

 

   Τούτων ούτως εχόντων, δυνάμεθα ήδη να εννοήσωμεν καλύτερον τα κατά τον διχασμόν της προσωπικότητος συμβαίνοντα. Αφού η προσωπικότης είνε το σύνολον των εν ημίν υπαρχουσών αναμνήσεων, οιασδήποτε φύσεως και αν ώσιν αύται, λίαν ευνόητον αποβαίνει ότι είνε δυνατόν, υπό την επήρειαν αυτήν, επί της πραγματικής φύσεως των οποίων εθεωρήσαμεν ήδη άσκοπον να διαλάβωμεν ενταύθα, ομάδες τινές εκ των ψυχικών τούτων εικόνων, ιδεών ή και συστημάτων ιδεών, αποχωριζόμεναι του όλου ψυχικού αποθέματος να σχηματίσωσιν ίδια ψυχικά συστήματα, κείμενα εκτός πάσης από των υπολειφθέντων ψυχικών συστημάτων επιρροής και δρώντα δι΄ ίδιον λογαριασμόν.

   Δεδομένου δε ότι η αναγνώρισις ψυχικού τινος φαινομένου υπό της συνειδήσεως ημών δεν δύναται να λάβη χώραν ειμή εφ’ όσον το φαινόμενον τούτο δύναται να συσχετισθή προς έτερον, ευκόλως εννοεί τις ότι τα αποσπασθέντα του συνόλου συστήματα ιδεών, δεν αναγνωρίζονται πλέον υπό της ενσυνειδήτου προσωπικότητος. Εντεύθεν, η αμνησία, ήτις συνοδεύει πάντοτε τας τοιαύτας καταστάσεις.

   Αλλά δεν είνε τούτο μόνον : τα αποσπασθέντα συστήματα μή υφιστάμενα πλέον την ανασταλτικήν επίδρασιν των λοιπών, ως φυσιολογικώς συμβαίνει, αναπτύσσονται υπερμέτρως, μέχρι σημείου εντελούς υποδουλώσεως της λοιπής προσωπικότητος, ής μάλιστα δι’ είδους τινός επιτάξεως, χρησιμοποιούσι τα απαραίτητα διά την χρησιμοποίησίν των υλικά ως π.χ. τας λειτουργίας της κινήσεως, του λόγου κ.τ.λ.

   Το πράγμα είνε, νομίζομεν, λίαν σαφές ώστε να μή παρίσταται ανάγκη πλειόνων αναπτύξεων. Τοσούτον σαφές ώστε να δύναταί τις να εννοήση και τα περίεργα εκείνα φαινόμενα άτινα συνήθως παρατηρούνται επί ατόμων άτινα ευρίσκονται εις την δευτέραν κατάστασιν, ως π.χ. το της αυξήσεως της οράσεως, της ακοής κτλ. Παν ψυχικόν φαινόμενον, πάσα ψυχική λειτουργία, όταν παύσωσιν υφιστάμενα την ανασταλτικήν επίδρασιν των λοιπών συνυπαρχόντων φαινομένων ή λειτουργιών, αποκτώσιν ιδιότητας και διαστάσεις, αίτινες φυσιολογικώς ήσαν τελείως άγνωστοι. Ειθισμένοι δ’ ως είμεθα να βλέπωμεν τα αισθητήρια ημών όργανα δρώντα εντός ορίων τινών, ουδόλως διστάζομεν να αποκαλέσωμεν θαύμα πάσαν των φυσιολογικών τούτων ορίων υπέρβασιν.  Εκπληττόμεθα π.χ. διότι ο οφθαλμός του υπνοβάτου διακρίνει εν τω σκότει πράγματα, άτινα ημείς οι ίδιοι δεν δυνάμεθα να διακρίνωμεν. Αλλ’ εκείνο όπερ ημείς αποκαλούμεν συνήθως σκότος, παν άλλο είνε ή η απόλυτος έλλειψις του φωτός. Πρόκειται απλώς και μόνον περί μιάς σχετικής του φωτός ελαττώσεως μέχρι σημείου απαγορεύοντος εις τον ημέτερον αμφιβληστροειδή να προσλάβη φωτεινάς εντυπώσεις, επιτρέποντος όμως την πρόσληψιν τούτων παρά οφθαλμών, ών η λειτουργική ικανότης έχει προς στιγμήν αυξηθή. Συμβαίνει με τον υπνοβάτην κάτι ανάλογον προς εκείνο όπερ συμβαίνει με τα νυκτόβια ζώα. Δια τον αυτόν δ’ ακριβώς λόγον, βλέπει τις υπνοβάτας να επιτελώσιν αναρριχήσεις και βαδίσματα δια τα οποία πρώτοι αυτοί θα ανεκηρύσσοντο ανίκανοι εκτός της υπνοβασίας των, και των οποίων παρόμοια ανευρίσκει τις μόνον παρά τοις πιθήκοις.

   Αλλά, θα ηδύνατό τις να ερωτήση : συγχέομεν λοιπόν την υπνοβασίαν προς τον διχασμόν της προσωπικότητος; Τί άλλο όμως είνε ο τελευταίος ούτος ή μορφή της υπνοβασίας, ής διαφέρει μόνον όσον αφορά την διάρκειαν, συνήθως μείζονα, και το ποσόν των από της ολικής προσωπικότητος αποσπασθέντων συστημάτων ιδεών ;

 

 

    Το φαινόμενον του διχασμού της προσωπικότητος είνε κυρίως κτήμα ατόμων υστερικών, δι’ ό και απαντάται συνηθέστερον παρά τη γυναικί. Το τοιούτον δ’ είνε λίαν ευνόητον λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι και η υστερία δεν είνε κατά βάθος ή μία νόσος της προσωπικότητος εκδηλουμένη ιδίως δια μιάς τάσεως προς διάσπασιν των συνιστώντων τούτων στοιχείων. Το αυτό δ’ ακριβώς δύναται να λεχθή και περί της υπνοβασίας, ήτις αρρήκτως συνδέεται προς την υστερίαν. Αλλά μεταξύ των δύο τούτων μορφών του διχασμού της προσωπικότητος, ήτοι της υπνοβασίας ήτις είνε η απλουστέρα, και της διπλής ζωής της Mary Reynolds και της Felida (: έχει στην εισαγωγή του άρθρου αναφέρει τις δύο αυτές ψυχοπαθολογικές περιπτώσεις ασθενών) ήτις είνε η επιπλοκωτέρα, η υστερία παρέχει γέννεσιν και εις ενδιάμεσον τινα τύπον διχασμού, όστις παρίστησι, τρόπον τινα, τον σύνδεσμον μεταξύ των δύο τούτων μορφών και όστις είνε η καλουμένη «υστερική φυγή» (fague) ής άπειρα παραδείγματα υπάρχουσιν εν τη Ιατρική φιλολογία παραδείγματα.

  Κατά την μορφήν ταύτην του διχασμού της προσωπικότητος, η μόνη αντικειμενική εκδήλωσις της δευτέρας υποστάσεως, ο μόνος αντικειμενικός σκοπός της δευτέρας του ατόμου προσωπικότητος είνε μία φυγή υπό μορφήν είτε μακράς πορείας, είτε ταξειδίου, αμφοτέρων δυναμένων να διαρκέσωσιν επί μακρούς ενίοτε μήνας, κατά την διάρκειαν των οποίων η εν γένει συμπεριφορά του ατόμου ουδεμίαν διεγείρει υπόνοιαν εκ μέρους των μετ’ αυτού εις συνάφειαν ερχομένων, ότι διατελεί εν ανωμάλω ψυχική καταστάσει, μέχρι της στιγμής της επανόδου εις την προτέραν κατάστασιν, οπότε το άτομον ως εκ της εντελούς αμνησίας των διατρεξάντων κατά την δευτέραν υπόστασιν, αδυνατεί να εξηγήση τον λόγον και τον τρόπον καθ’ όν ευρέθη εκεί όπου ευρίσκεται. Αναφέρονται περιπτώσεις ατόμων άτινα εκκινήσαντα εκ Παρισίων, επανεύρον εαυτά μετά παντοίας περιπετίας εις Αλγέριον !

 

   Πλην της υστερίας και έτεραι παθολογικαί καταστάσεις, ως η επιληψία, η πρωτόγονος άνοια και τινες οργανικαί του εγκεφάλου παθήσεις, δύνανται να παράσχωσι γένεσιν εις διχασμόν της προσωπικότητος. Το δε καλούμενον «ονειρώδες παραλήρημα» αποτελεί το καλύτερον παράδειγμα του κατά τας ψυχικάς νόσους απαντωμένου διχασμού της προσωπικότητος.

   Τας καταστάσεις όμως ταύτας δεν δυνάμεθα ενταύθα ή απλώς να μνημονεύσωμεν…

   Μνημονεύσωμεν ωσαύτως απλώς του παρά τελείως φυσιολογικοίς ατόμοις προσκαίρως επερχομένου εις τινας περιστάσεις διχασμού της προσωπικότητος.

  Αι περιστάσεις αύται εισίν ο ύπνος, η έκστασις, η αφαίρεσις, αι πνευματιστικαί συνεδριάσεις, η παρουσία εν μέσω πλήθους διατελούντος υπό την επήρειαν αφαρπάζοντος τινος αγορητού ή δημαγωγού κτλ. Εις απάσας τας περιπτώσεις ταύτας, ο διχασμός της προσωπικότητος, καίτοι υπό την στοιχειωδεστέραν αυτού μορφήν, εξηγεί τας παραδόξους πράξεις εις άς προβαίνει τις εντελώς αυτομάτως και εναντίον της βουλήσεώς του.

 

   Εκ των ανωτέρω πάντων δυνάμεθα να εξάγωμεν τα ακόλουθα γενικά συμπεράσματα:

/ - 1) Ο διχασμός της προσωπικότητος είνε ψυχικόν φαινόμενον οφειλόμενον εις την απόσπασιν συστημάτων τινών ιδεών, λειτουργιών και συναισθημάτων από της όλης του ατόμου προσωπικότητος, παριστώσης το σύνολον των εν ημίν ενσυνειδήτων και υποσυνειδήτων καταστάσεων.

/ - 2) Τα από της όλης προσωπικότητος αποσπασθέντα συστήματα, μή υφιστάμενα πλέον την ανασταλτικήν επίδρασιν των λοιπών, αναπτύσσονται υπερμέτρως, αποκτώντα ιδιότητας, αίτινες, φυσιολογικώς εχόντων των πραγμάτων, ουδέποτε απαντώνται.

/ - 3) Αι διαταραχαί της μνήμης έπονται πάντοτε τη δευτέρα προσωπικότητι, υπό μορφήν εντελούς των διατρεξάντων κατ’ αυτήν αμνησίας.

/ - 4)  Ο διχασμός της προσωπικότητος – απαντώμενος επί φυσιολογικών ατόμων εις τινας ειδικάς περιστάσεις, ως και επί φρενικών και νευρικών τινων νοσημάτων, αποτελεί συνηθέστερον κτήμα ατόμων υστερικών.

 

 

 

 

                                  Κωνσταντίνος Παπαστρηγάκης

                                                        Ιατρός

 

  

 

 

 

 

/ - πηγή: 

Κωνσταντίνος Παπαστρηγάκης, 

«Ο διχασμός της προσωπικότητος», 

άρθρον,

δημοσίευση περ. «Ανθρωπότης»,

  (διευθυντής Δημήτριος Ε. Τζιάθας)

 Αθήναι,

Έτος Α΄, τεύχος 11ον και  12ον, Ιανουάριος 1921, (σ. 1-3)

 

[ εδώ τμήματα του άρθρου από τις σελ. 2-3 και όχι ολόκληρο. ]


       ( το πρωτότυπο σε πολυτονικό )  

 

 

 

 

Λόγος Έμφρων

logosemfron.blogspot.com