η γυναίκα ως το πρώτο «προϊόν»
ανταλλαγής
"L’humanité a commencé avec l’échange des femmes."
(Η
ανθρωπότητα ξεκίνησε με την ανταλλαγή των γυναικών.)
Claude
Levi-Strauss
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΚΕΨΗ
Ποιό ήταν το πρώτο "εμπόρευμα"
στις πρωτόγονες φυλές. Ο Claud Levi-Strauss στη θεμελιώδη εργασία του υποστηρίζει
ότι το πρώτο εμπόρευμα ήταν οι γυναίκες (η αγορά της υποψήφιας νύφης) με
ανταλλαγή ζώων ή ο,τιδήποτε άλλο.
Η ιδέα ότι οι γυναίκες αποτέλεσαν το πρώτο
"εμπόρευμα" (με την ευρεία έννοια του όρου) αποδίδεται
περισσότερο στη στρουκτουραλιστική ανθρωπολογία, ιδιαίτερα στον:
Claude Lévi-Strauss – Η Ανταλλαγή
των Γυναικών
Στο έργο του "Les
Structures Élémentaires de la Parenté" (1949), ο Lévi-Strauss,
επηρεασμένος από τον Durkheim και τον Mauss, υποστηρίζει ότι η ανταλλαγή των
γυναικών ανάμεσα σε φυλές ή ομάδες ήταν η πρώτη μορφή
"οικονομίας" και κοινωνικής συναλλαγής, δηλαδή ανταλλαγής
αγαθών με σκοπό τη δημιουργία δεσμών.
Αυτό δεν
σημαίνει απαραίτητα ότι οι γυναίκες θεωρούνταν εμπορεύματα με τη σημερινή
έννοια, αλλά ότι:
/ - Οι γάμοι
λειτουργούσαν ως μέσα για τη σύναψη συμμαχιών.
/ - Η γυναίκα προσφερόταν από μία ομάδα σε άλλη, σε ένα είδος προεμπορικής
ανταλλαγής, που ρύθμιζε την κοινωνική συνοχή.
/ - Η ανταλλαγή αυτή ακολουθούσε κανόνες, π.χ.
την απαγόρευση της αιμομιξίας, που οδηγούσε στην αναγκαιότητα να δοθούν
γυναίκες έξω από την ομάδα.
Ο Lévi-Strauss λέει:
"Les femmes sont les
premières valeurs d’échange entre groupes humains."
(Οι γυναίκες είναι οι πρώτες αξίες ανταλλαγής
ανάμεσα σε ανθρώπινες ομάδες.)
Marcel Mauss – Το "Δώρο"
ως Πρωτο-ανταλλακτική Πράξη
Πριν τον
Lévi-Strauss, ο Marcel Mauss, ανιψιός του Durkheim, στο μνημειώδες έργο
του "Essai sur le don" (1925), εξετάζει το δώρο ως τη
βασική μορφή ανταλλαγής στις πρωτόγονες κοινωνίες: όχι χρήμα, όχι εμπόρευμα με
την καπιταλιστική έννοια, αλλά μια "υποχρέωση ανταπόδοσης". Οι
γυναίκες εντάσσονται και εκεί, εμμέσως, ως "δώρο" με κοινωνική αξία.
Φυσικά, η
ιδέα ότι οι γυναίκες ήταν "τα πρώτα εμπορεύματα" προκαλεί έντονες
αντιδράσεις — και δίκαια. Δεν σημαίνει ότι οι γυναίκες είναι πράγματα,
αλλά ότι οι πατριαρχικές κοινωνικές δομές τις τοποθετούσαν σε τέτοιες
θέσεις ανταλλακτικής αξίας.
Ο Lévi-Strauss και εν μέρει ο Mauss, προτείνουν ότι οι
γυναίκες ήταν τα πρώτα "αντικείμενα ανταλλαγής".
Η ανταλλαγή γυναικών προηγήθηκε
της εμπορευματικής οικονομίας.
Η έννοια του εμπορεύματος στις πρωτόγονες φυλές είναι
πολύ διαφορετική από τη σύγχρονη (καπιταλιστική) αντίληψη.
Claude Lévi-Strauss Les
Structures Élémentaires de la Parenté (1949).
Claude Lévi-Strauss και η Ανταλλαγή
των Γυναικών: Θεμελίωση μιας Δομικής Ανθρωπολογίας της Συγγένειας
Ο Claude
Lévi-Strauss (1908–2009), κεντρική μορφή της δομικής ανθρωπολογίας,
ανέπτυξε μια ριζοσπαστική θεωρία συγγένειας και κοινωνικής οργάνωσης στο έργο
του Les Structures Élémentaires de la Parenté (1949),
μεταφρασμένο στα αγγλικά ως The Elementary Structures of Kinship (1969).
Στο έργο
αυτό, υιοθετεί μια στρουκτουραλιστική προσέγγιση, αντλώντας τόσο από τη γλωσσολογία
του Saussure όσο και από την κοινωνιολογική παράδοση του Durkheim και
του Mauss.
Ο
Lévi-Strauss θεμελιώνει τη θεωρία του στην υπόθεση ότι η συγγένεια δεν είναι
βιολογική αλλά κοινωνική κατασκευή, δομημένη μέσω κανόνων ανταλλαγής.
Εδώ ακριβώς εισέρχεται το κεντρικό και ίσως πλέον αμφιλεγόμενο επιχείρημά του: οι
γυναίκες, ως υποκείμενα-φορείς της συμμαχίας, αποτέλεσαν το πρώτο
"αντικείμενο" ανταλλαγής στις ανθρώπινες κοινωνίες.
2. Η Θεμελιώδης Απαγόρευση της Αιμομιξίας και η Ανάγκη
της Ανταλλαγής
Η θεωρία του
Lévi-Strauss εκκινεί από ένα καθολικό πολιτισμικό φαινόμενο: την απαγόρευση
της αιμομιξίας. Αυτή η απαγόρευση δεν είναι βιολογικά θεμελιωμένη, κατά τον
Lévi-Strauss, αλλά κοινωνικά καθορισμένη και λειτουργεί ως μηχανισμός:
- Εξωγαμίας (exogamy), που αναγκάζει τα μέλη μιας
κοινωνικής ομάδας να αναζητούν γαμικούς εταίρους εκτός αυτής·
- Ανταλλαγής, μέσω της οποίας οικοδομούνται
συμμαχίες ανάμεσα σε διαφορετικές κοινωνικές μονάδες.
Ο ίδιος σημειώνει χαρακτηριστικά:
"L’humanité a commencé avec
l’échange des femmes."
(Η ανθρωπότητα ξεκίνησε με την ανταλλαγή των
γυναικών.)
— Les Structures
Élémentaires de la Parenté, p. 67.
Έτσι, οι γυναίκες τοποθετούνται στο επίκεντρο της
κοινωνικής συναλλαγής, λειτουργώντας ως το "δώρο" που ενοποιεί
διαφορετικές ομάδες. Η ίδια η κοινωνική δομή παράγεται μέσω αυτής της
ανταλλαγής, και όχι μέσω της απομονωμένης οικογένειας.
3. Το Σύστημα Συγγένειας ως Δομή
Ανταλλαγής
Ο
Lévi-Strauss υιοθετεί και επεκτείνει την προσέγγιση του Marcel Mauss από
το Essai sur le don (1925), όπου το δώρο αναλύεται ως σύστημα
υποχρεώσεων: να δώσεις, να δεχθείς, και να ανταποδώσεις. Οι γυναίκες
εντάσσονται σ’ αυτό το σύστημα ως τα πρώτα "δώρα" (objets de
don), μέσω των οποίων εγκαθιδρύονται σχέσεις συγγένειας και πολιτικής
αλληλεγγύης.
Κατηγοριοποιεί τις δομές ανταλλαγής γυναικών σε:
/- Άμεση ανταλλαγή (restricted exchange) – μία γυναίκα δίνεται από μία ομάδα
σε άλλη και επιστρέφεται μέσω άλλης γυναίκας.
/- Γενικευμένη ανταλλαγή (generalized exchange) – πιο σύνθετο δίκτυο όπου η
επιστροφή της γυναίκας δεν είναι άμεση αλλά κυκλική.
/- Συμμετρική και ασύμμετρη ανταλλαγή, ανάλογα με την ισοτιμία των
εμπλεκομένων ομάδων (ίδια κοινωνική θέση ή ισχύς-ισότιμη=συμμετρία, άνιση
κοινωνική θέση ή ισχύς-ανισότιμη=ασσυμετρία.)
"Women are the supreme
gift. The gift of woman is the supreme gift."
— The Elementary Structures
of Kinship, tr. Bell &
Jakobson, p. 65.
Αυτή η "ανταλλαγή
των γυναικών" θεμελιώνει τη συγγένεια ως συμμαχία, όχι ως
βιολογική συγγένεια. Ο ίδιος απορρίπτει τις φυλετικές θεωρίες του αίματος
και υποστηρίζει πως η συγγένεια είναι πολιτισμική μορφοποίηση της κοινωνικής
ανταλλαγής.
4. Η Γλώσσα, η Συγγένεια και οι
Δομές της Ανθρώπινης Σκέψης
Ο
Lévi-Strauss εφαρμόζει στο σύστημα συγγένειας γλωσσολογικά εργαλεία,
υποστηρίζοντας ότι οι σχέσεις συγγένειας λειτουργούν όπως ένα σημειωτικό
σύστημα. Οι γυναίκες, όπως τα σημεία στη γλώσσα, έχουν σημασία όχι
καθεαυτές, αλλά εντός της δομής στην οποία εντάσσονται.
Η συγγένεια,
όπως και η γλώσσα:
- Δομείται
σε δυαδικές αντιθέσεις (π.χ. άνδρας/γυναίκα, συγγενής/ξένος),
- Είναι καθολική
και απαραίτητη για τη λειτουργία της κοινωνίας,
- Αποκαλύπτει
τις υποκείμενες λογικές της ανθρώπινης σκέψης.
Ο
Lévi-Strauss επιχειρεί μια επιστημονική (φορμαλιστική) αναγωγή της
κοινωνίας στη δομή, κάνοντας ένα τολμηρό βήμα: να μελετήσει την κοινωνία όπως
η γλωσσολογία μελετά τη γλώσσα.
5. Κριτικές και Επανεκτιμήσεις
Η θεωρία του
Lévi-Strauss για την "ανταλλαγή των γυναικών" έχει δεχθεί έντονη
κριτική, ιδιαίτερα από φεμινίστριες ανθρωπολόγους και θεωρητικούς φύλου:
/ - Η Gayle Rubin, στο κλασικό δοκίμιο της "The
Traffic in Women" (1975), επισημαίνει ότι το σύστημα αυτό αντικειμενοποιεί
τις γυναίκες, αντιμετωπίζοντάς τις ως "μέσα" για την κατασκευή
ανδρικών σχέσεων και κοινωνικών δεσμών.
/ - Η Sherry Ortner και άλλες υπενθυμίζουν ότι
ο Lévi-Strauss δεν αναγνωρίζει τη γυναικεία υποκειμενικότητα, ούτε
εξετάζει τη γυναικεία εμπειρία εντός των συστημάτων συγγένειας.
Παρά τις
κριτικές, η συμβολή του Lévi-Strauss είναι θεμελιώδης για την κατανόηση
της συγγένειας ως συστήματος πολιτισμικών σημαινόντων και της κοινωνίας
ως δομημένης ανταλλαγής.
Μεταγνέστεροι θεωρητικοί που συμφωνούν
και συνεχίζουν την θεωρία Claude Levi-Strauss ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα.
Η θεωρία του Claude
Lévi-Strauss περί ανταλλαγής των γυναικών ως θεμελιώδους πράξης για
τη συγκρότηση της κοινωνίας είχε σημαντική επίδραση στην ανθρωπολογία,
τη φιλοσοφία, την κοινωνιολογία, αλλά και στις σπουδές φύλου.
Αν και δέχτηκε εκτενή κριτική (ιδίως από φεμινιστικές οπτικές), υπήρξαν
σημαντικοί μεταγενέστεροι θεωρητικοί που επέκτειναν ή επανερμήνευσαν τη
σκέψη του, συχνά με δημιουργικούς ή κριτικούς τρόπους.
Παρακάτω παρουσιάζονται εκείνοι που συνέχισαν
ή επέκτειναν τη στρουκτουραλιστική αντίληψη του Lévi-Strauss ως προς
το ζήτημα της ανταλλαγής των γυναικών.
1. Gayle Rubin – Η πολιτική
οικονομία του φύλου
“The Traffic in Women: Notes on the ‘Political Economy’ of Sex”, 1975
Η Gayle Rubin, αν και κριτικά διακείμενη
προς τον Lévi-Strauss, συνέχισε και επέκτεινε τη θεωρία του σε ένα νέο,
φεμινιστικό πλαίσιο. Υποστηρίζει πως:
- Το
σύστημα συγγένειας που περιγράφει ο Lévi-Strauss είναι η βάση του
πατριαρχικού καταναγκασμού των γυναικών·
- Η ανταλλαγή
των γυναικών συνιστά ένα δομικό στοιχείο της υποταγής τους στις
ανδρικές κοινωνικές δομές·
- Οι
γυναίκες λειτουργούν ως σημεία επικοινωνίας μεταξύ ανδρών, όχι ως
πλήρως αυτόνομα κοινωνικά υποκείμενα.
Παρότι
επικρίνει την αντικειμενοποίηση των γυναικών στο έργο του Lévi-Strauss, δεν
απορρίπτει τη θεωρία του, αλλά την ενσωματώνει στην έννοια της σεξουαλικής
πολιτικής.
"The exchange of women is
a form of communication... but one in which women do not speak."
Rubin, G. (1975). The Traffic in Women, in R. Reiter (ed.), Toward
an Anthropology of Women. New York: Monthly Review Press.
2. Pierre Bourdieu – Η ενσωματωμένη
συμβολική βία
“La
Domination masculine” (1998)
Ο Pierre
Bourdieu, αν και δεν επικεντρώνεται άμεσα στην έννοια της ανταλλαγής
γυναικών, επηρεάζεται από τον Lévi-Strauss στην έννοια της συμβολικής ανταλλαγής
και την δομή της πατριαρχίας. Υποστηρίζει:
- Ότι οι
γυναίκες έχουν ιστορικά μετατραπεί σε "συμβολικά κεφάλαια"
(symbolic captital) που λειτουργούν στην αγορά
της τιμής, του κύρους και της εξουσίας μεταξύ ανδρών.
- Ότι το
ανδρικό habitus είναι δομημένο πάνω στην κανονικοποίηση αυτής της
ανταλλαγής.
Ενώ δεν
αναφέρεται συστηματικά στον Lévi-Strauss, η προσέγγισή του για την ενσώματη
αναπαραγωγή των σχέσεων κυριαρχίας είναι βαθύτατα δομική, και
αποτελεί συνέχεια του στρουκτουραλιστικού προβληματισμού.
Bourdieu, P. (1998). La
Domination masculine. Paris: Seuil.
3. Luce Irigaray – Η γυναίκα ως
"μη-υποκείμενο" της ανταλλαγής
“Ce sexe qui
n'en est pas un” (1977) / This Sex Which Is Not One
Η Irigraray, φεμινίστρια φιλόσοφος με βαθιές
στρουκτουραλιστικές καταβολές, προσεγγίζει το σύστημα του Lévi-Strauss με ένα ψυχαναλυτικό
και φιλοσοφικό βλέμμα:
- Θεωρεί
πως το σύστημα ανταλλαγής γυναικών αποτελεί τον βασικό μηχανισμό κατασκευής
της ανδρικής υποκειμενικότητας.
- Οι
γυναίκες είναι "ο μη-λόγος", το μη-υποκείμενο της ανταλλαγής,
πάντα εκτός του σημειολογικού και κοινωνικού συστήματος.
Συνεχίζει τη
λογική του Lévi-Strauss, αλλά για να δείξει το βαθύτερο έλλειμμα που
προκαλεί στις γυναίκες η θέση τους ως "σημεία" και όχι ως
"ομιλούντα υποκείμενα".
Irigaray, L. (1977). Ce
sexe qui n'en est pas un. Paris: Minuit.
4. Maurice Godelier – Η
συγκρότηση της συγγένειας ως πολιτικής πράξης
“L’énigme du
don” (1996)
Ο Godelier,
διανοούμενος με σαφείς ανθρωπολογικές ρίζες, συνεχίζει τη γραμμή του
Lévi-Strauss αλλά με μια μετα-στρουκτουραλιστική οπτική:
- Υποστηρίζει
ότι οι ανταλλαγές (συμπεριλαμβανομένης και της ανταλλαγής των γυναικών) δεν
είναι μόνο συμβολικές αλλά και υλικές και πολιτικές πράξεις.
- Η
συγγένεια δεν είναι μόνο δομή επικοινωνίας, αλλά πεδίο εξουσίας και
στρατηγικής.
Συνδυάζει τον
Lévi-Strauss με τον Mauss, φέρνοντας στο φως τη διαλεκτική ανάμεσα στο
"δώρο", την "εξουσία" και την "υποκειμενικότητα".
Godelier, M. (1996). L’énigme du don. Paris: Fayard.
5. Jack Goody – Κριτικός αλλά σε διάλογο
“Production
and Reproduction: A Comparative Study of the Domestic Domain” (1976)
Ο Goody διαφωνεί με πολλές γενικεύσεις του
Lévi-Strauss, αλλά αναγνωρίζει τη σημασία της ανταλλαγής των γυναικών ως
ερμηνευτικό πλαίσιο σε πολλές κοινωνίες.
- Στρέφεται
περισσότερο στη υλική βάση των οικογενειακών και γαμικών δομών.
- Αναλύει
το πώς οικονομικά, ταξικά και πολιτισμικά συστήματα επηρεάζουν την
γαμική στρατηγική.
Ενώ μετακινεί το ενδιαφέρον από το συμβολικό στο
υλικό, παραμένει σε διάλογο με τη δομή που περιγράφει ο
Lévi-Strauss.
Goody, J. (1976). Production
and Reproduction. Cambridge
University Press.
Η θεωρία του Lévi-Strauss περί ανταλλαγής
των γυναικών:
Επηρέασε βαθύτατα την ανθρωπολογική
και κοινωνιολογική σκέψη, παρά (ή εξαιτίας) της αμφιλεγόμενης φύσης της.
Βρήκε θεωρητικούς επιγόνους και σε κριτικούς
διανοητές, όπως η Rubin και η Irigaray, που παρότι διαφωνούν, χτίζουν
πάνω στις βάσεις του.
Αναγνωρίζεται ως πρωτοποριακή εισαγωγή
της έννοιας της κοινωνίας ως "συστήματος ανταλλαγής", όπου το
φύλο και η συγγένεια λειτουργούν ως συμβολικά και υλικά μέσα.
Aντίστοιχες θεωρίες στην κοινωνιοβιολογία με τη θέση
του Levi-Strauss ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα:
Yπάρχουν αντίστοιχες
ή συγκρίσιμες θεωρίες στην κοινωνιοβιολογία που, αν και διαφέρουν
θεμελιωδώς ως προς τη μεθοδολογία και τις θεωρητικές προϋποθέσεις από τον στρουκτουραλισμό
του Claude Lévi-Strauss, πραγματεύονται παρόμοια ζητήματα: την ανταλλαγή
των γυναικών, την εξωγαμία, τη σεξουαλική επιλογή και τις συμμαχίες
σε πρώιμες κοινωνίες, αλλά τα ερμηνεύουν μέσα από εξελικτικά και βιολογικά
πλαίσια.
Η στρουκτουραλιστική προσέγγιση του
Lévi-Strauss
Η θεωρία του
Claude Lévi-Strauss περί της ανταλλαγής των γυναικών εντάσσεται στο γενικότερο
εγχείρημά του να ερμηνεύσει την κοινωνία ως ένα σύστημα σημειωτικών και
δομικών σχέσεων. Στο έργο του Les Structures Élémentaires de la Parenté
(1949), υποστηρίζει πως η απαγόρευση της αιμομιξίας (incest taboo), καθολική σχεδόν σε όλες τις
ανθρώπινες κοινωνίες, δεν είναι βιολογικής φύσεως, αλλά αποτελεί τον
πολιτισμικό θεμέλιο που καθιστά αναγκαία την εξωγαμία (exogamy).
Μέσω της
εξωγαμίας, εγκαθιδρύονται σχέσεις συγγένειας ανάμεσα σε διαφορετικές κοινωνικές
ομάδες. Το μέσο αυτής της σύνδεσης είναι η ανταλλαγή γυναικών – όχι ως
εμπορεύματα με σύγχρονους όρους, αλλά ως "δώρα" που ενεργοποιούν το
συμβολικό σύστημα της συγγένειας. Κατά τον Lévi-Strauss, οι γυναίκες είναι οι
"πρώτες αξίες ανταλλαγής" που συγκροτούν τις κοινωνικές σχέσεις,
μετατρέποντας βιολογικές συνθήκες σε πολιτισμικές δομές.
Η ανταλλαγή
αυτή λειτουργεί ως συμβολικό σύστημα: οι γυναίκες, όπως τα σημεία στη γλώσσα,
αποκτούν σημασία εντός της δομής των σχέσεων. Η κοινωνία, στην ουσία,
συγκροτείται πάνω σε ένα δίκτυο υποχρεώσεων και συμβολικών πράξεων – και η
ανταλλαγή γυναικών λειτουργεί ως πράξη εδραίωσης συμμαχιών, πολιτικής ειρήνης
και κοινωνικής συνοχής. Έτσι, η συγγένεια και η κοινωνική οργάνωση εδράζονται
σε πολιτισμικά καθορισμένα μοτίβα ανταλλαγής, και όχι σε βιολογικές ή γενετικές
επιταγές.
Η κοινωνιοβιολογική προσέγγιση
Αντίθετα, η
κοινωνιοβιολογία ερμηνεύει τα φαινόμενα της εξωγαμίας, της επιλογής συντρόφου
και της κοινωνικής οργάνωσης από τη σκοπιά της εξελικτικής βιολογίας.
Θεμελιωτής της σχολής αυτής είναι ο Edward
O. Wilson, ο οποίος στο έργο του Sociobiology:
The New Synthesis (1975), υποστηρίζει πως οι κοινωνικές συμπεριφορές,
περιλαμβανομένων των γαμικών συστημάτων και των δομών οικογένειας, είναι
αποτέλεσμα φυσικής επιλογής και γονιδιακής καταλληλότητας. Η
αποφυγή της αιμομιξίας δεν ερμηνεύεται ως συμβολική απαγόρευση, αλλά ως εξελικτική
στρατηγική που μειώνει τον κίνδυνο γενετικών ανωμαλιών και προάγει την
ποικιλομορφία των απογόνων.
Η εξωγαμία
(exogamy), σε αυτή τη
θεώρηση, εξηγείται ως ένας βιολογικός μηχανισμός που προάγει την επιβίωση και
την αναπαραγωγική επιτυχία. Η επιλογή των συντρόφων, σύμφωνα με θεωρίες όπως
αυτή του Robert Trivers περί γονεϊκής επένδυσης (1972), βασίζεται σε
αναπαραγωγικές στρατηγικές που διαφέρουν ανά φύλο. Τα θηλυκά (στις περισσότερες
μορφές ζωής, και στον άνθρωπο) επενδύουν περισσότερο στους απογόνους και άρα
επιλέγουν πιο προσεκτικά τους συντρόφους τους, ενώ τα αρσενικά ανταγωνίζονται
μεταξύ τους για πρόσβαση σε αυτές τις "πολύτιμες" αναπαραγωγικές
επενδύσεις.
Σε αυτό το
πλαίσιο, η "ανταλλαγή γυναικών" δεν είναι πολιτισμική πράξη, αλλά
μπορεί να ιδωθεί ως βιολογική αναπαραγωγική στρατηγική: ο έλεγχος της
σεξουαλικής πρόσβασης στις γυναίκες από τις ομάδες αρσενικών (ή τις συγγενικές
ομάδες) αποτελεί μέσο ενίσχυσης της αναπαραγωγικής επιτυχίας της ομάδας. Αντί
για ένα σύστημα συμβολικών υποχρεώσεων, έχουμε έναν μηχανισμό γενετικής
στρατηγικής και φυσικής επιλογής. Ενώ η κοινωνιοβιολογία αναγνωρίζει τη σημασία
της γαμικής συμμαχίας, την αποσυνδέει από τις πολιτισμικές δομές ανταλλαγής και
την ερμηνεύει σε όρους γονιδιακής καταλληλότητας (fitness), σεξουαλικής
επιλογής και γονεϊκής επένδυσης.
Η βασική διαφορά μεταξύ των δύο
προσεγγίσεων είναι οντολογική και μεθοδολογική.
Ο Lévi-Strauss αντιμετωπίζει την κοινωνία ως
σύστημα συμβόλων και κανόνων, στο οποίο οι γυναίκες ανταλλάσσονται για
να συγκροτηθούν οι σχέσεις μεταξύ των ομάδων, με έμφαση στη σημειωτική
λειτουργία αυτής της ανταλλαγής.
Η κοινωνιοβιολογία, αντιθέτως, βλέπει τις
ίδιες πράξεις ως αποτελέσματα βιολογικής εξέλιξης, εστιάζοντας στις αναπαραγωγικές
στρατηγικές, στους γενετικούς μηχανισμούς και στην επιλογή
συντρόφου ως πηγή κοινωνικής δομής.
Η ανταλλαγή
γυναικών, επομένως, στην πρώτη περίπτωση συνιστά πολιτισμική μορφοποίηση
που θεμελιώνει τη συγγένεια και την κοινωνική τάξη· στη δεύτερη, αποτελεί
πιθανή αναπαραγωγική τακτική που διαμορφώνεται από τους νόμους της
φυσικής επιλογής.
Ενώ και οι
δύο σχολές αναγνωρίζουν την κεντρικότητα της σχέσης φύλου και συγγένειας,
διαφωνούν ως προς τη φύση αυτής της σχέσης: πολιτισμική κατασκευή ή
βιολογική αναγκαιότητα.
Tα σημεία τομής και διαφοράς, και βασικοί κοινωνιοβιολόγοι που συνδέονται με
το ζήτημα:
1. Σημεία Σύγκλισης με Lévi-Strauss
Παρόλο που η κοινωνιοβιολογία (sociobiology)
έχει ως βάση τη βιολογική εξέλιξη, και όχι την πολιτισμική δομή,
υπάρχουν ορισμένα κοινά σημεία:
Lévi-Strauss (στρουκτουραλισμός) |
Κοινωνιοβιολογία |
Η
απαγόρευση της αιμομιξίας οδηγεί σε
εξωγαμία και ανταλλαγή γυναικών |
Η αιμομιξία αποφεύγεται λόγω γενετικής
ζημίας· η εξωγαμία προάγει γενετική ποικιλότητα |
Οι
γυναίκες ανταλλάσσονται για τη σύναψη συμμαχιών μεταξύ ομάδων |
Η
επιλογή/ανταλλαγή συντρόφων σχετίζεται με την αναπαραγωγική επιτυχία και την
αύξηση της "συμπεριφορικής καταλληλότητας" |
Η
συγγένεια είναι πολιτισμικά οργανωμένη |
Η
συγγένεια έχει εξελικτική-γενετική βάση (kin selection) |
2. Edward O. Wilson – Θεμελιωτής της
Κοινωνιοβιολογίας
Sociobiology: The New Synthesis (1975)
Ο Edward
O. Wilson υποστήριξε ότι η κοινωνική συμπεριφορά, περιλαμβανομένων
των δομών οικογένειας, γάμου και σεξουαλικότητας, έχει εξελικτική βάση.
Αν και δεν αναφέρεται απευθείας στην "ανταλλαγή των γυναικών", η
θεωρία του προσφέρει ένα εξελικτικό υπόβαθρο για την προτίμηση εξωγαμικών
σχέσεων, τις αναπαραγωγικές στρατηγικές και τη σεξουαλική επιλογή.
- Η εξωγαμία
θεωρείται προσαρμοστική γιατί προλαμβάνει γενετικά προβλήματα.
- Η σεξουαλική
συμπεριφορά θεωρείται προϊόν φυσικής επιλογής.
- Η γονεϊκή
επένδυση (parental investment) διαφοροποιεί τις στρατηγικές των δύο
φύλων.
Wilson, E. O. (1975). Sociobiology:
The New Synthesis. Harvard University Press.
3. Robert Trivers – Θεωρία της
Γονεϊκής Επένδυσης
Parental Investment and Sexual Selection (1972)
Ο Trivers συνέβαλε στην κατανόηση του σεξουαλικού
διμορφισμού και των αναπαραγωγικών στρατηγικών των δύο φύλων.
Σύμφωνα με αυτόν:
- Τα
θηλυκά επιλέγουν τους συντρόφους με μεγαλύτερη προσοχή, λόγω υψηλής
γονεϊκής επένδυσης (π.χ. εγκυμοσύνη).
- Τα
αρσενικά τείνουν να ανταγωνίζονται για τις γυναίκες.
- Η ανταλλαγή
γυναικών, υπό βιολογικούς όρους, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως στρατηγική
ελέγχου της πρόσβασης σε θηλυκά για την αύξηση της αναπαραγωγικής
επιτυχίας.
Αν και
Trivers δεν μιλά για "ανταλλαγή" με τον πολιτισμικό τρόπο του
Lévi-Strauss, η λογική του ανταγωνισμού και της επιλεκτικής σύνδεσης
είναι λειτουργικά συγγενής.
Trivers, R. (1972). Parental
Investment and Sexual Selection. In B. Campbell (Ed.), Sexual Selection
and the Descent of Man. Aldine.
4. Robin Dunbar – Η κοινωνική
λειτουργία του γάμου και των συμμαχιών
Ο Robin
Dunbar, εξελικτικός ψυχολόγος, ανέπτυξε θεωρίες για τον ρόλο των
συμμαχιών και των οικογενειακών δεσμών ως βασικών στοιχείων στην
εξέλιξη των κοινωνιών.
- Υποστηρίζει
ότι ο γάμος και η μονογαμία εμφανίζονται ως τρόπος σταθεροποίησης
συμμαχιών σε μεγάλες κοινωνικές ομάδες.
- Εδώ
υπάρχει παράλληλη ιδέα με τον Lévi-Strauss, αλλά μέσα από την
εξελικτική ανάγκη για κοινωνική συνοχή και εγγύηση πατρότητας.
Dunbar, R. (1996). Grooming, Gossip and the Evolution of Language. Faber
& Faber.
5. Sarah Hrdy – Η
γυναικεία υποκειμενικότητα στην εξελικτική ψυχολογία
The Woman That Never Evolved (1981)
Η Hrdy, αναπαραγωγική ανθρωπολόγος και
κοινωνιοβιολόγος, αντιστρέφει την εστίαση στην παθητικότητα των γυναικών:
- Επικρίνει
τις θεωρίες που βλέπουν τις γυναίκες ως αντικείμενα ανταλλαγής·
- Υποστηρίζει
ότι οι γυναίκες έχουν ενεργό ρόλο στην επιλογή συντρόφου και στην αναπαραγωγική
στρατηγική τους.
Επομένως,
χωρίς να αντικρούει άμεσα τον Lévi-Strauss, προσφέρει μια εξελικτική θεωρία
όπου οι γυναίκες δεν είναι "ανταλλάξιμα αγαθά" αλλά στρατηγικά
δρώντα υποκείμενα.
Hrdy, S. B. (1981). The
Woman That Never Evolved. Harvard University Press.
Συγκριτικός Πίνακας
Θεωρητικός |
Προσέγγιση |
Σχέση με Lévi-Strauss |
Wilson |
Βιολογική
– εξελικτική |
Παράλληλη
λογική στην εξωγαμία και κοινωνική συνοχή |
Trivers |
Αναπαραγωγικές
στρατηγικές |
Ανταγωνισμός
και έλεγχος πρόσβασης στις γυναίκες |
Dunbar |
Εξέλιξη
κοινωνικών δομών |
Συμμαχίες
μέσω μονογαμίας, εστίαση σε κοινωνική σταθερότητα |
Hrdy |
Εξελικτικός
φεμινισμός |
Αντίδραση
στην παθητικότητα των γυναικών στη θεωρία ανταλλαγής |
Rubin (διεπιστημονική) |
Κριτική
φεμινιστική/στρουκτουραλιστική |
Επέκταση
και ανατροπή της αρχικής θεωρίας |
Η κοινωνιοβιολογία
δεν συμμερίζεται την σημειωτική-πολιτισμική οντολογία του Lévi-Strauss,
αλλά προσφέρει παράλληλες ερμηνείες για:
- Την απαγόρευση
της αιμομιξίας,
- Την εξωγαμία
και τις γαμικές συμμαχίες,
- Τον ανταγωνισμό
μεταξύ ανδρών για γυναίκες,
- Τον ρόλο
της γυναίκας στην αναπαραγωγή και την κοινωνική οργάνωση.
Ο
Lévi-Strauss βλέπει την ανταλλαγή των γυναικών ως πολιτισμική-σημειωτική
πράξη, ενώ οι κοινωνιοβιολόγοι την ερμηνεύουν (ή την υποκαθιστούν) ως βιο-εξελικτικό
φαινόμενο.
To πέρασμα από την κάπως αόριστη "ανταλλαγή των γυναικών" μεταξύ
φυλών ή ομάδων στην εξαγορά της υποψήφιας νύφης (πολύφερνη νύφη).
Αυτό αποτελεί
πράγματι ένα κρίσιμο σημείο μετάβασης από τις πρωτογενείς μορφές κοινωνικής
ανταλλαγής στην πιο σύνθετη οικονομικο-πολιτική διαχείριση του γάμου, καθώς
και των γυναικείων σωμάτων. Η διαδρομή από την «ανταλλαγή των γυναικών» στη «νυφική
τιμή» ή «εξαγορά της νύφης» (bride price) συνιστά μια μετάβαση
από τη συμβολική υποχρέωση στην οικονομική αποτίμηση – χωρίς, ωστόσο, να
ακυρώνεται η συμβολική της διάσταση.
1. Από τη συμβολική ανταλλαγή στην
κοινωνική υποχρέωση
Στην ανάλυση
του Claude Lévi-Strauss, η ανταλλαγή των γυναικών στις πρώιμες κοινωνίες
δεν έχει απαραίτητα οικονομικό χαρακτήρα. Είναι, πρώτα και κύρια, μια συμβολική
και κοινωνικά δεσμευτική πράξη, μέσω της οποίας επιτυγχάνονται:
- η απαγόρευση
της αιμομιξίας,
- η συγκρότηση
συγγενικών συμμαχιών,
- και η οριοθέτηση
των κοινωνικών ομάδων (φυλές, φράξιες, κλπ).
Σε αυτό το
πλαίσιο, η γυναίκα δεν "αγοράζεται", αλλά προσφέρεται από μια ανδρική
συγγενική μονάδα σε μια άλλη, ως δώρο, στο πλαίσιο ενός συμβολικού
κύκλου ανταλλαγής. Ο γάμος, επομένως, δεν αφορά δύο μεμονωμένα άτομα, αλλά
δύο γενεαλογικά συστήματα.
Όμως, όπως
έχει δείξει ο Maurice Godelier, το "δώρο" αυτό δεν είναι ποτέ
απολύτως άμισθο: γεννά υποχρεώσεις, συμμαχίες και ενίοτε αμοιβαιότητα.
Και εδώ αρχίζει να διαφαίνεται το πέρασμα από το συμβολικό στο ανταποδοτικό.
2. Η μετάβαση προς την "εξαγορά
της νύφης" (bride price)
Σε πολλές
αγροτικές και ποιμενικές κοινωνίες, ιδίως στην υποσαχάρια Αφρική, τη Νότια Ασία
και την Ωκεανία, παρατηρείται ότι η οικογένεια του γαμπρού καταβάλλει αντάλλαγμα
στην οικογένεια της νύφης: αγελάδες, ζώα, κοσμήματα, εργαλεία, ή – σε πιο
σύγχρονες κοινωνίες – χρήματα. Πρόκειται για το λεγόμενο bride price ή
«νυφική τιμή».
Αντίθετα με
ό,τι μπορεί να υποτεθεί, αυτή η πρακτική δεν καταργεί την ανταλλαγή,
αλλά την μετασχηματίζει σε ρητή, μετρήσιμη, οικονομικο-συμβολική
συναλλαγή. Το αντίτιμο δεν σημαίνει «αγορά» της γυναίκας ως ιδιοκτησία,
αλλά μάλλον πληρωμή για την απώλεια της συμβολικής και αναπαραγωγικής της
αξίας από την πατρική οικογένεια, καθώς η νύφη μετακινείται στον οίκο του
γαμπρού.
Συνεπώς:
/ - Η
γυναίκα αποσπάται από τη συγγενειακή της ομάδα,
/ - και
εντάσσεται στη συγγενειακή ομάδα του συζύγου – πατριτοπική συγκατοίκηση
(patrilocality),
/ - η δε
οικογένεια της νύφης λαμβάνει αποζημίωση για την απώλεια της εργατικής
δύναμης, της τεκνογονίας και της συμβολικής της αξίας.
Ο όρος "εξαγορά"
ίσως είναι παραπλανητικός αν τον δούμε με σημερινούς όρους αγοράς. Δεν
πρόκειται για εμπορική πράξη, αλλά για τελετουργική οικονομία – όπως θα
έλεγε και ο Marcel Mauss στο πλαίσιο της θεωρίας του "δώρου". Ο
άνδρας δεν αγοράζει τη γυναίκα με όρους ιδιοκτησίας, αλλά οφείλει να
αποδείξει ότι είναι κοινωνικά και οικονομικά άξιος να αναλάβει την ευθύνη
της – και ταυτόχρονα, ότι σέβεται και τιμά τη συγγενειακή της ομάδα.
3. Από την ισοτιμία στην ανισότητα
Η πρακτική
της "εξαγοράς της νύφης", ιδιαίτερα σε πιο ιεραρχημένες κοινωνίες, απομακρύνεται
από το αρχικό πνεύμα της ανταλλαγής. Ενώ η συμβολική ανταλλαγή στον
Lévi-Strauss εδράζεται σε ένα σύστημα ισοδυναμίας και αμοιβαιότητας
(ακόμη και αν αφορά "αντικείμενα" όπως οι γυναίκες), η εξαγορά τείνει
να εγκαθιδρύει σχέσεις ανισότητας:
/ - Ο γάμος μπορεί να γίνει μέσο συγκέντρωσης
πλούτου ή επιρροής,
/ - η γυναίκα αρχίζει να αντιμετωπίζεται ως
κεφάλαιο – συχνά πολύφερνο, δηλαδή υψηλής αξίας,
/ - και η διαδικασία επισημοποιεί και εντείνει την
πατριαρχική εξουσία επί του σώματος και της μοίρας της γυναίκας.
Στις κοινωνίες
όπου η "νυφική τιμή" καταβάλλεται ως προϋπόθεση για τη νομιμότητα του
γάμου, το γυναικείο σώμα τείνει να εμπορευματοποιείται, χωρίς απαραίτητα
να απουσιάζει η συμβολική λειτουργία της ανταλλαγής. Αντίστοιχα, στις ανώτερες
τάξεις πολλών παραδοσιακών κοινωνιών, η γυναίκα-νύφη αποκτά μεγάλη αξία ως μέσο
κοινωνικής ανόδου ή συμμαχίας, καθιστώντας την "πολύφερνη"
– όχι μόνο λόγω της ομορφιάς της ή της αρετής της, αλλά λόγω της συγγενικής
της θέσης, της προίκας ή της πολιτικής χρησιμότητας του γάμου.
Η μετάβαση
από την αόριστη ανταλλαγή γυναικών στο πλαίσιο πρώιμων εξωγαμικών κοινωνιών
προς την εξαγορά της νύφης ως θεσμοποιημένης πρακτικής δεν είναι ριζική τομή,
αλλά μάλλον σταδιακός μετασχηματισμός.
Η συμβολική
λογική της ανταλλαγής – ως θεμέλιο κοινωνικής οργάνωσης – παραμένει ενεργή,
αλλά αποκτά οικονομική μορφή, η οποία αντανακλά την αυξανόμενη
ιεράρχηση και διαφοροποίηση των κοινωνιών. Έτσι, το πρόσωπο της γυναίκας
μετατρέπεται σταδιακά από σημείο ανταλλαγής σε αντικείμενο αποτίμησης,
εντός ενός πλαισίου όπου συγγένεια, ιδιοκτησία, και πατριαρχία συμπλέκονται
στενά.
Η σύνδεση αυτού του συστήματος (πρακτικής) εξαγοράς
της νύφης ή πλειοδοσίας έναντι των άλλων υποψήφιων μνηστήρων για την αγορά της
νύφης με τον (νόμο) κανόνα της "υπεργαμίας" που ισχύει σε όλες τις
ιστορικές κοινωνίες και ακόμη και σήμερα (δηλαδή ότι ο άνδρας πρέπει να είναι
κατά τι ως προς τις διαστάσεις του Status ανώτερος από την γυναίκα).
Η εξαγορά
της νύφης (bride price) και, ευρύτερα, οι διαδικασίες πλειοδοσίας ή
ανταγωνιστικής προσφοράς προς την οικογένεια της νύφης, δεν αποτελούν απλώς
τελετουργικά ή οικονομικά στοιχεία του γάμου, αλλά συνδέονται δομικά με ένα
βαθύτερο και διαχρονικό αξιακό σύστημα που ρυθμίζει την επιλογή συντρόφου σε
σχεδόν όλες τις ιστορικές και σύγχρονες κοινωνίες: τον κανόνα της υπεργαμίας
(hypergamy).
1. Τι είναι η υπεργαμία (hypergamy):
Ο όρος hypergamy προέρχεται από την
κοινωνιολογική και ανθρωπολογική ορολογία και δηλώνει την τάση ή απαίτηση μιας
γυναίκας να νυμφευθεί άνδρα υψηλότερου κοινωνικού, οικονομικού ή μορφωτικού
status. Δεν πρόκειται απλώς για ατομική προτίμηση, αλλά για διαρθρωτική
προσδοκία που αντανακλά τους έμφυλους και ταξικούς κώδικες μιας κοινωνίας.
Σε αντίθεση
με την hypogamy (γάμος με άτομο χαμηλότερου status), η hypergamy
λειτουργεί ως κανονιστική αρχή – πολλές φορές μη διατυπωμένη ρητά, αλλά
βαθιά ενσωματωμένη στο πολιτισμικό φαντασιακό.
2. Η σύνδεση με την εξαγορά της νύφης:
Η πρακτική
της εξαγοράς της νύφης (bride price) ή και της συμβολικής
"πλειοδοσίας" (π.χ. ανταγωνισμός μνηστήρων με προσφορές δώρων,
κτημάτων, τιμής) υποδηλώνει ότι η νύφη κατέχει κάποια αξία, η οποία
πρέπει να "αναγνωριστεί" μέσω ανταλλάγματος. Ωστόσο, για να γίνει
αποδεκτός ο μνηστήρας από την πατρική οικογένεια (ή και την ίδια τη νύφη),
πρέπει να διαθέτει επαρκές status.
Ο όρος status
superiority (ανωτερότητα status, κοινωνικής θέσης) είναι εδώ
κρίσιμος. Στις περισσότερες ιστορικές κοινωνίες, απαιτείται ο άνδρας να
υπερβαίνει τη γυναίκα σε διαστάσεις όπως:
- οικονομικό
κεφάλαιο (economic
capital),
- μορφωτικό
επίπεδο (educational
attainment),
- κοινωνική
θέση ή καταγωγή (lineage,
caste, social rank),
- ηλικία
ή εμπειρία ζωής (age
seniority),
- και
ενίοτε, φυσική ισχύ ή πολιτική εξουσία (authority, power).
Αυτή η αρχή ανισοτιμίας
υπέρ του άνδρα είναι ο μηχανισμός μέσα από τον οποίο καθίσταται
νομιμοποιημένη η εξαγορά. Η δυνατότητα ενός άνδρα να καταβάλει υψηλό bride
price (είτε σε χρήμα, είτε σε αγαθά, είτε σε τίτλους) επιβεβαιώνει την
ανωτερότητά του και τη συμμόρφωσή του προς την υπεργαμική νόρμα.
3. Υπεργαμία και συμβολικό κεφάλαιο
της γυναίκας:
Η ίδια η
νύφη, ειδικά στις περιπτώσεις της λεγόμενης "πολύφερνης νύφης"
(highly eligible bride), θεωρείται ότι φέρει υψηλό symbolic capital
[συμβολικό κεφάλαιο] (Bourdieu), είτε λόγω ομορφιάς, παρθενίας, οικογενειακής
καταγωγής, προίκας, είτε λόγω νεότητας. Όμως, τούτο δεν αναιρεί την υπεργαμία.
Αντίθετα: η υψηλή "αξία" της νύφης επιτείνει την ανάγκη για
αντίστοιχα υψηλό status του υποψήφιου συζύγου.
Με άλλα
λόγια, όσο πιο "πολύφερνη" είναι η νύφη, τόσο πιο έντονος γίνεται ο
ανταγωνισμός των μνηστήρων – δηλαδή το φαινόμενο του male mate competition,
όπως το ονομάζει η εξελικτική ψυχολογία. Οι άνδρες επιδίδονται σε πλειοδοσία
κοινωνικού και οικονομικού status ώστε να "κερδίσουν" την
πρόσβαση σε γυναίκες υψηλής συμβολικής αξίας. Αυτό ενισχύει και τη δυναμική της
υπεργαμίας.
4. Σύγχρονα κατάλοιπα της υπεργαμίας:
Αν και οι
τελετουργικές εξαγορές νύφης έχουν ατονήσει στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες, η
υπεργαμία επιβιώνει σε πιο "εκσυγχρονισμένες" μορφές. Στα
δεδομένα του σύγχρονου γάμου παρατηρείται ότι οι γυναίκες τείνουν να επιλέγουν
συντρόφους που έχουν:
- υψηλότερο
εισόδημα,
- ανώτερο
μορφωτικό επίπεδο,
- επαγγελματική
σταθερότητα,
- μεγαλύτερη
ηλικία (κατά μέσο όρο 2–5 χρόνια).
Η υπεργαμία
πλέον δρα μέσω προσδοκιών και εσωτερικευμένων αξιών (expectations and internalized values) αντί μέσω
ρητών πολιτισμικών κανόνων. Στο λεξιλόγιο της σύγχρονης κοινωνιολογίας γάμου,
αυτό συνδέεται με τις έννοιες assortative
mating (ομοιοεπιλογή με βάση την κοινωνική τάξη), status matching (ταίριασμα
του status), και την έννοια του marriage market (γαμήλιος αγορά
ή αγορά γάμου).
5. Η υπεργαμία ως δομική αναπαραγωγή
της πατριαρχίας:
Η επιμονή του
κανόνα της υπεργαμίας διαχρονικά και διαπολιτισμικά δεν είναι ουδέτερη.
Ενισχύει την πατριαρχική αρχιτεκτονική της συγγένειας, στην οποία ο
άνδρας πρέπει να είναι ο "προστάτης", ο "πάροχος" και ο φορέας
εξουσίας, ενώ η γυναίκα αποκτά αξία ως αντικείμενο επιλογής και μέσο
κοινωνικής μετάβασης. Αυτό είναι φανερό και σε μηχανισμούς όπως η προίκα
(dowry), το αντίστροφο της εξαγοράς της νύφης, όπου η γυναίκα πρέπει να
"φέρει" κεφάλαιο για να αποκτήσει πρόσβαση
σε άνδρα υψηλότερου status.
Ακόμη και
στο πλαίσιο της σύγχρονης ερωτικής ελευθερίας, οι νόρμες της υπεργαμίας
επηρεάζουν υποσυνείδητα τις επιλογές συντρόφου, συχνά προς ενίσχυση των
έμφυλων ανισοτήτων και αποκλεισμό "ισότιμων" συντρόφων.
Η πρακτική
της εξαγοράς της νύφης – είτε ως bride price, είτε ως πλειοδοσία μεταξύ
ανταγωνιστών – δεν αποτελεί απλώς εθιμοτυπικό κατάλοιπο, αλλά λειτουργεί ως δομική
έκφραση του υπεργαμικού κανόνα. Η hypergamy (υπεργαμία) δεν είναι
ένα επιφανειακό πολιτισμικό φαινόμενο, αλλά μηχανισμός ταξινόμησης,
ιεράρχησης και έμφυλης ρύθμισης των κοινωνικών σχέσεων. Μετουσιώνει την ανισότητα
status σε "φυσιολογική" προϋπόθεση για τον γάμο και
θεμελιώνει συστήματα εξουσίας και ανταλλαγής που, ενώ παίρνουν διαφορετικές
μορφές στο χρόνο, αναπαράγουν την ίδια βασική λογική: ότι ο άνδρας
πρέπει να "αξίζει" τη γυναίκα, ενώ η γυναίκα πρέπει να
"κερδηθεί".
Αντιστροφή ή κρίση της υπεργαμίας στις σύγχρονες κοινωνίες,
(π.χ. όταν οι γυναίκες αποκτούν υψηλότερο μορφωτικό ή
οικονομικό status από τους άνδρες. - hypogamy)
Η ενδο-οικογενειακή βία:
Η αντιστροφή της σχέσης της υπεργαμίας (είτε
από την αρχή, είτε βαθμιαία κατά την περίοδο του γάμου) καταλήγει κάποιες φορές
στην ενδο-οικογενειακή βία.
Αυτό είναι
εξαιρετικά κρίσιμο ζήτημα και αγγίζει τον πυρήνα της σχέσης μεταξύ
κοινωνικών δομών, έμφυλης εξουσίας και βίας. Από σειρά κοινωνιολογικών,
ανθρωπολογικών και ψυχολογικών ερευνών: ότι όταν η υπεργαμική προσδοκία
ανατρέπεται – ή αποτυγχάνει να επιβεβαιωθεί εντός του γάμου – πολύ συχνά παράγεται
ενδο-οικογενειακή βία ως μηχανισμός επαναφοράς της ανδρικής κυριαρχίας.
1. Η υπεργαμία ως εύθραυστο
κανονιστικό υπόβαθρο
Η υπεργαμία,
όπως είδαμε, δομείται ως κοινωνική νόρμα: ο άνδρας οφείλει να είναι ανώτερος
σε status, να «φέρει την ευθύνη» και να «κυριαρχεί» – έστω και ήπια – μέσα
στο γάμο. Αυτός ο κανόνας δεν είναι ηθικός αλλά δομικός: λειτουργεί
σχεδόν ασυνείδητα, μέσω της κοινωνικοποίησης και της κανονικότητας των θεσμών
(οικογένεια, θρησκεία, δίκαιο, αγορά εργασίας κ.λπ.).
Όταν, όμως,
αυτό το κανονιστικό υπόβαθρο διαβρώνεται – π.χ. όταν η γυναίκα αποκτά
μεγαλύτερο εισόδημα, κοινωνικό κύρος, μόρφωση, ή απλώς αρνείται την υποταγή –
τότε απειλείται το συμβολικό "κεφάλαιο αρρενωπότητας" του άνδρα
(hegemonic masculinity, κατά τον Connell). Αυτό που ακολουθεί συχνά
είναι η αντιστροφή της υπεργαμίας, δηλαδή η female hypergamy failure
ή και male status anxiety.
2. Η ενδο-οικογενειακή βία ως
αποκατάσταση της "ιεραρχίας"
Όταν ο
άνδρας νιώθει ότι έχει απολέσει την υπεργαμική υπεροχή του, ενδέχεται να
προσφύγει στη βία ως μηχανισμό αποκατάστασης της εξουσίας του. Η βία εδώ
δεν είναι αποτέλεσμα "παρορμήσεων" ή "ψυχοπαθολογίας", αλλά
κοινωνικά ρυθμισμένη πρακτική ελέγχου. Σύμφωνα με τη θεωρία του coercive control (Evan Stark), η
βία δεν αφορά απλώς πράξεις κακοποίησης, αλλά ολόκληρη στρατηγική καταπίεσης
και επιβολής, ιδίως όταν η γυναίκα διαφεύγει από τον έλεγχο.
Εμπειρικές μελέτες (π.χ. Dobash & Dobash, 1979·
Yodanis, 2005· Jewkes et al., 2015) έχουν δείξει ότι:
- η απόκλιση
από την υπεργαμία (π.χ. όταν η γυναίκα έχει ανώτερη εκπαίδευση ή
μισθό) αυξάνει τις πιθανότητες ενδοοικογενειακής βίας,
- η ανεργία
ή κοινωνική υποτίμηση του άνδρα είναι συστηματικός προγνωστικός
παράγοντας για βίαιη ή κατασταλτική συμπεριφορά,
- η βία
εμφανίζεται συχνά όταν ο άνδρας αδυνατεί να εκπληρώσει το προσδοκώμενο
"αρσενικό πρότυπο" (προστάτης, ηγέτης, κυρίαρχος).
Επομένως, η
ενδο-οικογενειακή βία δεν είναι παρεκτροπή, αλλά λειτουργική απόκριση
του συστήματος πατριαρχικής ισορροπίας, όταν αυτό απειλείται.
3. Σύγχρονες μορφές κρίσης της
υπεργαμίας και αύξηση της βίας
Στις
μεταβιομηχανικές κοινωνίες, η εκπαιδευτική και οικονομική άνοδος των
γυναικών έχει δημιουργήσει συνθήκες όπου η υπεργαμία δεν είναι πλέον
εγγυημένη. Σε πολλές περιπτώσεις, οι γυναίκες:
- ξεπερνούν
τους άνδρες σε μόρφωση (educational hypergamy reversal),
- εισέρχονται
ισχυρότερα στην αγορά εργασίας,
- καθυστερούν
τον γάμο, αρνούνται την υποταγή ή προτιμούν συντρόφους που επιτρέπουν
ισοτιμία.
Αυτό οδηγεί
συχνά σε σύγκρουση ρόλων και εξουσίας, ειδικά όταν ο άνδρας παραμένει
δέσμιος μιας παραδοσιακής ιδέας για την "ανδρική θέση στον γάμο". Η masculine
fragility (εύθραυστη αρρενωπότητα) που παράγεται από την κοινωνική ή
επαγγελματική υποδεέστερη θέση, ενδέχεται να μετατραπεί σε κρίση ταυτότητας
και επιθετικότητα, με στόχο την "αποκατάσταση του ανδρικού
status".
4. Σχόλιο επί του εμπειρικού:
Εμπειρικές
μελέτες καταδεικνύουν κάτι που οι θεωρίες ενίοτε υποτιμούν: την καθημερινή
βιωματική ισχύ των ιεραρχικών προσδοκιών φύλου. Όταν ο γάμος – είτε με
όρους εξαγοράς, είτε ρομαντικού ιδεώδους – οικοδομείται πάνω στην ασύμμετρη
αναμονή status υπέρ του άνδρα, η αδυναμία επιβεβαίωσης αυτής της
προσδοκίας οδηγεί σε προσωπική, συμβολική και κοινωνική
"ταπείνωση", που συχνά εκτονώνεται μέσω της βίας προς την
γυναίκα.
Η
ενδοοικογενειακή βία, λοιπόν, δεν είναι "παρέκκλιση", αλλά, δυστυχώς,
πολιτισμικά προσδοκώμενη απάντηση σε μια αποτυχημένη υπεργαμία.
Και ως τέτοια, πρέπει να αναλύεται όχι με ηθικολογικούς όρους, αλλά ως
κρίσιμη συνέπεια ενός έμφυλου συστήματος ταξινόμησης που παραμένει
εξαιρετικά ανθεκτικό, ακόμη και εντός των πιο "χειραφετημένων"
κοινωνιών.
Η κοινωνική απομόνωση (ή κοινωνική αποφυγή)
του ζεύγους με την αντιστροφή του κανόνα της υπεργαγμίας
Μία άλλη παράμετρος της ανατροπής ή της
αντιστροφής της προσδοκώμενης υπεργαμικής σχέσης είναι ο "υπόδουλος"
κατώτερος κοινωνικά σύζυγος να αισθάνεται απαξιωμένος, και ως εκ τούτου το
ζευγάρι να μην έχει κοινωνικές επαφές αντάξιες του status της συζύγου ή
εντέχνως να τις αποφεύγει.
Αυτή η ασυμμετρία
status εντός του ζεύγους, όταν η γυναίκα υπερτερεί κοινωνικά, οδηγεί όχι
μόνο σε ενδοπροσωπικές και ενδοοικογενειακές εντάσεις, αλλά και σε κοινωνική
απομόνωση του ζεύγους και ιδιαίτερα της γυναίκας. Η δυναμική αυτή, που
αντιστρέφει το παραδοσιακό μοντέλο υπεργαμίας, αποκαλύπτει πώς η δομή του
κοινωνικού φύλου επεκτείνεται στον κύκλο των κοινωνικών σχέσεων,
διαμορφώνοντας ποιες σχέσεις θεωρούνται «ταιριαστές», «σεμνές» ή «ανεκτές».
1. Η κοινωνική
"υποδούλωση" του κατώτερου συζύγου (status dissonance)
Όταν ο άνδρας
υπολείπεται σε status της γυναίκας του (ως προς την καταγωγή, το
μορφωτικό επίπεδο, την επαγγελματική επιτυχία, τον πολιτισμικό κεφάλαιο),
εμφανίζεται αυτό που η κοινωνιολογία περιγράφει ως status dissonance (ασυμφωνία
status) ή asymmetrical marriage (ασύμμετρος
γάμος).
Ο άνδρας σε
αυτή τη θέση:
/ - νιώθει συμβολικά
"υποτελής",
/ - δυσκολεύεται
να επιτελέσει τον παραδοσιακό ρόλο του "ηγέτη του οίκου" (household
headship),
/ - ενδέχεται
να εσωτερικεύσει ντροπή ή αίσθημα ανεπαρκούς ανδρισμού.
Σε πολλές
περιπτώσεις, αυτός ο άνδρας προσλαμβάνεται κοινωνικά ως
"υπόδουλος" ή "κομπάρσος" της γυναίκας του – και όχι
μόνο από τον ίδιο του τον εαυτό, αλλά και από το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον.
2. Κοινωνική απομόνωση της γυναίκας
λόγω του συζύγου της
Η γυναίκα σε
τέτοιες περιπτώσεις, αν και υπερέχει σε μορφωτικό, πολιτισμικό ή επαγγελματικό
επίπεδο, δεν "κερδίζει" κοινωνικό κύρος μέσω του γάμου – όπως
συμβαίνει στην παραδοσιακή υπεργαμία – αλλά αντίθετα, δέχεται έναν κοινωνικό
"υποβιβασμό".
Αυτό έχει άμεσες συνέπειες:
/ - Δυσκολία
πρόσβασης σε κοινωνικά δίκτυα "αντίστοιχου status" (π.χ. κύκλοι διανόησης, υψηλού
επαγγελματισμού, πολιτιστικά περιβάλλοντα),
/ - Μειωμένη
κοινωνική αποδοχή του ζεύγους – δηλαδή το ζευγάρι δεν «προσκαλείται» σε κύκλους
όπου κυριαρχούν υπεργαμικές προσδοκίες,
/ - Η
γυναίκα μπορεί να αισθάνεται πως "τραβάει προς τα κάτω" το
κοινωνικό της κεφάλαιο λόγω του γάμου της.
Αυτό είναι
εμφανές σε πολλούς κύκλους των μεσαίων και ανώτερων τάξεων, όπου η
"κοινωνική καταλληλότητα" του ζεύγους κρίνεται με βάση την
κοινωνική ανταξία (social matching) [κοινωνικό ταίριασμα], όχι μόνο
των ατομικών επιτευγμάτων.
3. Η παθολογία της μη
"κοινωνίσιμης" σχέσης
Το αποτέλεσμα είναι μια μορφή κοινωνικού εγκλεισμού.
Η γυναίκα:
- διστάζει
να παρουσιάσει τον σύζυγό της σε κοινωνικά περιβάλλοντα,
- απομονώνεται
από τους φυσικούς της κύκλους, φοβούμενη την κοινωνική αμηχανία ή την έμμεση
αποδοκιμασία,
- ή
εναλλακτικά, επιμένει στη δημόσια ισότητα, αναλαμβάνοντας όμως το
βάρος να "αποδείξει" ότι ο σύζυγος "αξίζει" την
κοινωνική της θέση.
Η σχέση αυτή
βιώνεται συχνά ως "στενός γάμος" (closed marriage), όπου το
ζεύγος αναγκάζεται να περιορίσει το κοινωνικό του εύρος, δημιουργώντας έναν συμπαγή
αλλά εσωστρεφή μικρόκοσμο – πολλές φορές με έντονες συναισθηματικές
εντάσεις, καθώς η γυναίκα "πληρώνει" την κοινωνική της πρόοδο με
την αποκοπή από το κοινωνικό της δίκτυο.
4. Η βαθύτερη ιδεολογική λειτουργία
της υπεργαμίας
Η υπεργαμία,
πέρα από μηχανισμός σύναψης γάμων, λειτουργεί ως εργαλείο διαφύλαξης της
συμβολικής τάξης.
Δηλαδή
εξασφαλίζει ότι:
- η
γυναίκα ανεβαίνει "ελέγξιμα" μέσω του άνδρα,
- το
κοινωνικό status ακολουθεί πατριαρχικές γραμμές,
- και η
"ταξική ανάμειξη" στους γάμους παραμένει ιδεολογικά αποδεκτή
μόνο προς τα πάνω για τις γυναίκες (αλλά σχεδόν ποτέ προς τα κάτω).
Όταν η φορά
αυτή αντιστρέφεται – όταν δηλαδή η γυναίκα "κατεβαίνει κοινωνικά"
λόγω του συζύγου της – τότε η σχέση βιώνεται κοινωνικά ως παρέκκλιση, ως
"λάθος" επιλογή, ακόμη και όταν οι δύο σύντροφοι συνδέονται με
ειλικρινή αλληλοεκτίμηση ή αγάπη.
5. Προεκτάσεις για την ταυτότητα και
τη βία
Η θέση του
"υπόδουλου" άνδρα γεννά ψυχοδυναμική ένταση – ταυτίζεται συχνά
με αίσθημα ντροπής (shame), αποτυχίας, κοινωνικής αναξιοπρέπειας, ή και ανδρικής
υποτίμησης (emasculation). Όταν αυτό δεν μπορεί να εκφραστεί ή να
διαχειριστεί λεκτικά ή κοινωνικά, συχνά μετουσιώνεται σε εσωτερική βία,
παθητικότητα, ή κατασταλτική συμπεριφορά μέσα στο ζεύγος.
Αυτός ο
άνδρας γίνεται:
/- είτε σιωπηλά
εχθρικός (με συναισθηματική απόσυρση ή περιφρόνηση),
/ - είτε βίαιος,
προσπαθώντας να "αποκαταστήσει" την ανωτερότητα που κοινωνικά του
έχει αρνηθεί το ζευγάρι.
Η υπεργαμία δεν αφορά μόνο το ζεύγος, αλλά τον κοινωνικό του περίγυρο
Όταν
ανατρέπεται ο κανόνας της υπεργαμίας, δεν αποσταθεροποιείται μόνο η
ισορροπία εντός του γάμου, αλλά και η κοινωνική ένταξη του ζεύγους στο ευρύτερο
δίκτυο. Το φαινόμενο του "υπόδουλου" ή κατώτερου συζύγου και η
απομόνωση του ζεύγους αποκαλύπτει τη διαπλοκή ανάμεσα στην κοινωνική δομή,
την έμφυλη ιεραρχία και την προσωπική ευημερία.
Και φυσικά, όταν
αυτά τα επίπεδα συγκρούονται, το κόστος το πληρώνει πρώτα και κύρια η
γυναίκα, είτε μέσω της απώλειας κοινωνικών δικτύων, είτε μέσω της βίας,
είτε μέσω της σιωπηλής παραίτησης από το δικαίωμα στην κοινωνική της τάξη.
ο δεύτερος γάμος και η
απευλεθέρωση από τον κανόνα της υπεργαμίας
Συνήθως αυτή η ασυμμετρία στο status (μεταξύ
άνδρα και γυναίκας) εμφανίζεται από τον δεύτερο γάμο, όπου η γυναίκα δεν είναι
υποχρεωμένη πλέον να ακολουθεί τα κλισέ και τις επιταγές της κοινωνίας. Και
κάποιες φορές μπορεί να έχει συνδεθεί σε δεύτερο γάμο με ηλικιακά μικρότερο
άνδρα (αλλά πιθανόν πιο εμφανίσιμο).
Αυτή η παρατήρηση
αγγίζει ένα από τα πιο ενδιαφέροντα φαινόμενα στις σύγχρονες κοινωνικές
δυναμικές γύρω από τις δεύτερες σχέσεις και τους δεύτερους γάμους:
την ανατροπή των κοινωνικών κανόνων και την ευχέρεια για νέες
επιλογές που συνήθως δεν ισχύει για τις πρώτες σχέσεις.
Όταν οι
άνθρωποι συνάπτουν δεύτερους γάμους ή επανασυνδέονται με νέους συντρόφους,
υπάρχει συχνά μια τάση αναθεώρησης της κοινωνικής τους ταυτότητας και αναμόρφωσης
των κοινωνικών ρόλων, απομακρύνοντας τις παλιές έμφυλες και κοινωνικές
ιεραρχίες.
Ας
εξετάσουμε λοιπόν μερικές βασικές πτυχές αυτής της διαδικασίας, εστιάζοντας
στην ασυμμετρία status που ενδέχεται να εμφανίζεται στον δεύτερο γάμο.
1. Η ελευθερία της γυναίκας στον
δεύτερο γάμο: Διαφυγή από τα κοινωνικά κλισέ
Στον πρώτο
γάμο, οι γυναίκες συχνά υπόκεινται σε κοινωνικές προσδοκίες που
σχετίζονται με τον "κατάλληλο" σύντροφο — συνήθως έναν άνδρα που υπερτερεί
κοινωνικά ή επαγγελματικά. Η υπεργαμία αποτελεί ένα είδος κοινωνικής
αναγκαιότητας, που σχετίζεται με την επιθυμία να διατηρηθεί η κοινωνική θέση
και αποδοχή. Αλλά στον δεύτερο γάμο, η γυναίκα συχνά έχει περάσει μια
διαδικασία αναθεώρησης των κοινωνικών της αξιών και προτεραιοτήτων.
Είναι πιθανό να έχει αποκτήσει οικονομική και συναισθηματική ανεξαρτησία,
και να μην αισθάνεται πλέον υποχρεωμένη να ακολουθήσει τα παραδοσιακά μοτίβα.
Η επιλογή
ενός δεύτερου συντρόφου μπορεί να αντιστρέψει τη δυναμική του πρώτου γάμου,
καθώς η γυναίκα έχει λιγότερη ανάγκη να προσαρμόσει τις επιλογές της στις
κοινωνικές προσδοκίες και περισσότερο εστιάζει στις προσωπικές επιθυμίες και
ανάγκες.
Αυτή η αναδιαπραγμάτευση
της κοινωνικής της ταυτότητας μπορεί να εκδηλωθεί σε διάφορες μορφές:
/ - Επιλογή συντρόφου με χαμηλότερο status σε σχέση με τον πρώτο σύζυγο.
/ - Σύντροφος νεότερος σε ηλικία, κάτι που σπάει τις παραδοσιακές
πατριαρχικές προσδοκίες.
/ - Σύντροφος με εμφανή χαρακτηριστικά (όπως
ελκυστικότητα), αλλά όχι
αναγκαία οικονομικά ισχυρός ή κοινωνικά ισχυρός, ως αντίσταση στην
πατριαρχική εικόνα του άνδρα που πρέπει να είναι «πιο» από τη γυναίκα του.
Αυτό
επιτρέπει στη γυναίκα να αποδεχτεί έναν λιγότερο παραδοσιακό ρόλο στο
ζευγάρι και να αποφύγει τις πιέσεις του πρώτου γάμου για υποταγή στην
ανδρική ανωτερότητα.
2. Ο δεύτερος γάμος και η ηλικιακή
αντιστροφή: Ο νεότερος άνδρας και η κοινωνική ανατροπή
Η επιλογή ενός
νεότερου άνδρα στον δεύτερο γάμο είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα από
κοινωνιολογική άποψη, καθώς αντιπροσωπεύει μια αντίφαση με τις παραδοσιακές
κοινωνικές επιταγές που υπαγορεύουν ότι ο άνδρας θα πρέπει να είναι μεγαλύτερος
και ισχυρότερος από τη γυναίκα.
Αυτή η επιλογή,
συχνά, συνδέεται με το μοτίβο της "εξουσίας μέσω της
ελκυστικότητας" (power through attraction), όπου ο άνδρας
μπορεί να μην υπερέχει κοινωνικά ή οικονομικά, αλλά υπερέχει στο πεδίο της
φυσικής ελκυστικότητας ή του πολιτισμικού του κεφαλαίου (π.χ. καλλιτεχνική
ιδιότητα, γοητεία).
Σε αυτή την
περίπτωση, ο νεότερος άνδρας μπορεί να προσφέρει αντίστοιχη ή μεγαλύτερη
συναισθηματική και σεξουαλική ικανοποίηση, χωρίς τις κοινωνικές και
οικονομικές πιέσεις που συνήθως έρχονται με τις ανώτερες θέσεις, ενδυναμώνοντας
τη γυναίκα με την αίσθηση ότι έχει ενισχυμένο έλεγχο στη σχέση. Επίσης,
ο άνδρας αυτός συχνά ενσωματώνει αξίες πιο ανοιχτές, σύγχρονες ή μη
παραδοσιακές, που συμβαδίζουν με την προοδευτική ιδεολογία της
γυναίκας και της ελευθερίας από τις παλιές περιοριστικές δομές.
Το
ενδιαφέρον είναι ότι η ισχύς του άνδρα δεν προέρχεται πια από την
παραδοσιακή κοινωνική ιεραρχία, αλλά από την ελκυστικότητα και τη γοητεία
του, κάτι που είναι μια σημαντική κοινωνική ανατροπή.
3. Η «αντιπαράθεση» των ρόλων και η
διεκδίκηση της ισχύος
Αυτό που
συμβαίνει συχνά στους δεύτερους γάμους είναι ότι οι ρόλοι και οι κοινωνικές
ιεραρχίες, που κυριαρχούσαν στον πρώτο γάμο, αποδιαρθρώνονται. Η γυναίκα
έχει περισσότερη ελευθερία να επιλέξει έναν σύντροφο που δεν πληροί τις
παραδοσιακές προϋποθέσεις του «αναγκαίου ηγέτη» και αντιστρέφει τις
κοινωνικές προσδοκίες. Η υπεργαμία δεν είναι πια η προφανής επιλογή.
Αντίθετα,
το ζευγάρι μπορεί να επιλέξει έναν τύπο σχέσης που βασίζεται περισσότερο
στην ισότητα και λιγότερο στις παραδοσιακές «κατηγορίες εξουσίας». Αυτό
μπορεί να έχει σημαντικές συνέπειες για τη δυναμική της σχέσης, καθώς οι
γυναίκες αισθάνονται πιο ελεύθερες να εκφραστούν, ενώ οι άνδρες έχουν
την ευκαιρία να αναπροσαρμόσουν τη δική τους ανδρική ταυτότητα. Δεν
αναγκάζονται να είναι οι παραδοσιακοί «κυρίαρχοι», αλλά μπορούν να υιοθετήσουν αντίστροφες
ή πιο ευέλικτες στάσεις.
4. Κοινωνική αποδοχή και κοινωνική
κινητικότητα στον δεύτερο γάμο
Η κοινωνική
αποδοχή του δεύτερου γάμου εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το status του
ζευγαριού. Ενώ στον πρώτο γάμο οι γυναίκες συνήθως επιδιώκουν να
«υποστηρίξουν» το κοινωνικό τους status μέσω ενός άνδρα υψηλότερου κύρους, στον
δεύτερο γάμο η κοινωνική αποδοχή δεν εξαρτάται τόσο από τις παραδοσιακές
κοινωνικές ιεραρχίες. Ο δεύτερος γάμος δεν υπακούει στην ίδια λογική
υπεργαμίας και μπορεί να είναι αποδεκτός αν βασίζεται σε πιο προσωπικές
και συναισθηματικές επιλογές, αντί σε αυστηρούς κοινωνικούς κανόνες.
Αυτό συμβαδίζει με τη γενικότερη πρόοδο
των κοινωνικών δομών και της αναγνώρισης των διαφορετικών μοντέλων
σχέσεων. Στις σύγχρονες κοινωνίες, οι άνθρωποι συχνά αναγνωρίζουν ότι ο
δεύτερος γάμος δεν είναι μόνο μια προσωπική υπόθεση, αλλά και μια κοινωνική
κινητικότητα που απομακρύνεται από τις παραδοσιακές προσδοκίες.
Η ασυμμετρία
status στον δεύτερο γάμο, όπου η γυναίκα αναζητά έναν σύντροφο νεότερο ή με
διαφορετικά χαρακτηριστικά από τον πρώτο σύζυγο, καταδεικνύει μια σημαντική ανατροπή
των κοινωνικών ρόλων και αξιών. Ειδικότερα, αυτό το φαινόμενο αναδεικνύει
τη συνεχιζόμενη κοινωνική αποδοχή των ατομικών επιλογών και την άνοδο
της γυναικείας ανεξαρτησίας σε προσωπικό, επαγγελματικό
ένας μηχανισμός
αντιμετώπισης της αντιστροφής της υπεργαμίας: ο χομπίστας σύζυγος
Ο χομπίστας σύζυγος (αθλητικά χόμπυ, διάφορά άλλα χόμπυ) και η υψηλά αμειβόμενη
και επιτυχημένη σύζυγος.
Η δυναμική
ενός γάμου όπου ο άνδρας είναι χομπίστας με έντονη ενασχόληση με
αθλητικά ή άλλα χόμπι, και η γυναίκα είναι υψηλά αμειβόμενη και
επαγγελματικά επιτυχημένη, προσφέρει εξαιρετικά ενδιαφέροντα κοινωνιολογικά
και ψυχολογικά ζητήματα που συνδέονται με τις έμφυλες και κοινωνικές
ιεραρχίες, τις προτιμήσεις ατόμων στον γάμο και την αντίθεση
μεταξύ των ρόλων που αναλαμβάνουν τα φύλα σε ένα σύγχρονο κοινωνικό πλαίσιο.
Ας εξετάσουμε την κατάσταση με διάφορες παραμέτρους:
1. Αντιστροφή των παραδοσιακών
έμφυλων ρόλων
Η
παραδοσιακή εικόνα του γάμου σε πολλές κοινωνίες βασίζεται στην υπόθεση ότι ο
άνδρας είναι ο κύριος οικονομικός υποστηρικτής της οικογένειας, ενώ η
γυναίκα αναλαμβάνει πιο "παραδοσιακούς" ρόλους, συνήθως εντός του
σπιτιού ή σε λιγότερο αμειβόμενα επαγγελματικά πεδία. Όταν, όμως, η γυναίκα
είναι η κυρίαρχη επαγγελματικά και οικονομικά, το ισχυρό αυτό status της
συχνά αμφισβητεί το παραδοσιακό πρότυπο.
Σε αυτή τη
σύγκρουση, ο άνδρας ως χομπίστας — κάποιος που δεν έχει ως κύρια
δραστηριότητα την επαγγελματική ή οικονομική δραστηριότητα — δημιουργεί μια
ανατροπή του παραδοσιακού μοντέλου του «ανδρικού προτύπου». Η γυναίκα, παρά
το υψηλό της εισόδημα και την επιτυχία, ενδέχεται να βιώσει μια αντιφατική
θέση ως προς τις κοινωνικές προσδοκίες. Ενώ από τη μια πλευρά εκπροσωπεί
τον νέο ρόλο της γυναίκας ως επαγγελματία και επιχειρηματία, από την
άλλη, μπορεί να αναστενάζει ή να ανησυχεί για την εικόνα του άνδρα της
που δεν αντανακλά τους συμβατικούς "ανδρικούς" ρόλους.
Αυτό το
φαινόμενο ενδέχεται να προκαλεί συναισθηματική πίεση ή αντίφαση ρόλων,
καθώς οι προσδοκίες για ανταγωνιστικότητα, ανεξαρτησία και επιτυχία που
συχνά αποδίδονται στους άνδρες, διαλύονται σε αυτόν τον τύπο γάμου. Ο άνδρας,
παρά την επιτυχία της συζύγου του, ενδέχεται να βιώσει προβλήματα ταυτότητας
σε σχέση με τη θέση του στην οικογένεια και στην κοινωνία.
2. Ο χομπίστας άνδρας και η
κοινωνική αποδοχή
Η ταυτότητα
του χομπίστα συζύγου μπορεί να δημιουργήσει κοινωνικές πιέσεις ή
ακόμα και ντροπή, καθώς δεν πληροί τα παραδοσιακά στάνταρ του «κυρίαρχου
άνδρα». Ειδικότερα, η εικόνα ενός άνδρα που αφιερώνει μεγάλο μέρος του χρόνου
του σε χόμπι, είτε πρόκειται για αθλητικά ενδιαφέροντα, τέχνες, μουσική ή άλλες
δραστηριότητες, μπορεί να συνδεθεί με την έλλειψη φιλοδοξίας ή επαγγελματικής
αποδοτικότητας στην κοινωνική αντίληψη.
Ωστόσο, το
ζήτημα αυτό είναι πολύπλοκο και ενδέχεται να εξαρτάται από το πώς η
κοινωνία και το άμεσο κοινωνικό περιβάλλον αντιλαμβάνονται τους ρόλους των
φύλων. Σε πιο προοδευτικά περιβάλλοντα, οι χομπίστες σύζυγοι μπορεί να μην
θεωρούνται "κατώτεροι" επειδή δεν έχουν την ανάγκη να
ανταγωνιστούν για οικονομική κυριαρχία, αλλά απλώς αναζητούν ευχαρίστηση και
αυτοεκπλήρωση μέσα από τις δραστηριότητές τους.
Εντούτοις,
η αποδοχή αυτής της διάταξης σε παραδοσιακές κοινωνίες μπορεί να
είναι πιο αμφισβητούμενη, καθώς ο άνδρας ως «χομπίστας» δεν εντάσσεται εύκολα
στο παλαιό μοντέλο του "κυρίαρχου και παραγωγικού" αρσενικού,
ενώ η γυναίκα που είναι επιτυχημένη και αμειβόμενη μπορεί να θεωρείται
από άλλους ως "αντιφατική" ή να προκαλεί την αίσθηση ότι «ανατρέπει»
τη φυσική κοινωνική ιεραρχία.
3. Η δυναμική του ζευγαριού και τα
ζητήματα εξουσίας
Η σύζυγος
που είναι υψηλά αμειβόμενη και επιτυχημένη μπορεί να βιώνει ένα συνεχές συναίσθημα
ανισότητας όταν καλείται να επιβληθεί ή να συμβιώσει με την πραγματικότητα
ενός συζύγου που προτιμά τα χόμπι ή τον "μη επαγγελματικό"
τρόπο ζωής. Υπάρχει μια ισχυρή διάσταση εξουσίας και κοινωνικής
απόδοσης σε αυτή τη σχέση, στην οποία η γυναίκα συχνά καλείται να
υπερκεράσει τις αντιφάσεις της επαγγελματικής και κοινωνικής της
εικόνας και να αναλάβει ένα "ηγετικό" ρόλο μέσα στο
ζευγάρι. Αυτό το στοιχείο συχνά επηρεάζει τη δυναμική του ζευγαριού με ψυχολογικές
και συναισθηματικές συνέπειες.
Στο πλαίσιο
αυτό, η σχέση μπορεί να οδηγήσει σε αντιφάσεις ως προς την έμφυλη
ισότητα και την αλληλεπίδραση των δύο μελών του ζευγαριού, με τον άνδρα να
επιθυμεί να διατηρεί μια "ανεξάρτητη" ταυτότητα μέσω των χόμπι
του, ενώ η γυναίκα ενδέχεται να προσπαθεί να εξισορροπήσει αυτή την
αποστασιοποίηση με τις δικές της προϋποθέσεις επαγγελματικής επιτυχίας.
4. Η κοινωνική αναγνώριση του χόμπι
και του επαγγελματικού επιπέδου
Το χόμπι
για τον άνδρα σε αυτή τη σχέση συνήθως έχει πολύ διαφορετικό κοινωνικό
χαρακτήρα από την επαγγελματική επιτυχία της γυναίκας. Ενώ τα χόμπι,
ειδικά τα αθλητικά ή καλλιτεχνικά, μπορεί να αποτελούν χώρο για συναισθηματική
και προσωπική εκπλήρωση, η κοινωνική τους αξία (ειδικά όταν δεν
μετατρέπονται σε επαγγελματική δραστηριότητα) παραμένει συχνά δευτερεύουσα.
Εντούτοις, εάν το χόμπι του άνδρα επεκταθεί σε έναν επαγγελματικό τομέα ή κερδίσει
κοινωνική αναγνώριση, η κοινωνική δυναμική μπορεί να αλλάξει: ο άνδρας
μπορεί να αποκτήσει μεγαλύτερη εκτίμηση, και ο γάμος μπορεί να γίνει πιο
ισότιμος στην κοινωνική αντίληψη.
Από την
άλλη, η επιτυχία της γυναίκας σε επαγγελματικό επίπεδο μπορεί να ενδυναμώσει τη
σχέση, αλλά ταυτόχρονα να δημιουργήσει κοινωνικές πιέσεις. Η γυναίκα
μπορεί να αισθάνεται ότι δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε κοινωνικές προσδοκίες
που αφορούν το ρόλο της ως μητέρα ή σύζυγος, ενώ η αντίφαση με τον
άνδρα, ο οποίος απολαμβάνει τη ζωή του μέσω των χόμπι του, μπορεί να εντείνει
την ένταση γύρω από τις κοινωνικές προσδοκίες για τη γυναικεία
επιτυχία.
Ο συνδυασμός ενός χομπίστα συζύγου
και μιας επαγγελματικά επιτυχημένης γυναίκας μπορεί να
αναδείξει μια ενδιαφέρουσα και πολυδιάστατη δυναμική όσον
αφορά τις κοινωνικές προσδοκίες, την ταυτότητα των
φύλων και τη δομή εξουσίας στη σχέση. Η αντιστροφή
των παραδοσιακών ρόλων και η πρόκληση κοινωνικών και
ψυχολογικών προσδοκιών δημιουργούν μια ισχυρή βάση για διαπραγμάτευση
και αναθεώρηση των κοινωνικών ιεραρχιών που συνήθως καθορίζουν
τις σχέσεις. Ωστόσο, η ισορροπία αυτή μπορεί να είναι ευαίσθητη
και απαιτεί συνεχή αμοιβαία κατανόηση και ευελιξία για την αποδοχή της νέας
πραγματικότητας του ζευγαριού.
Ο χομπίστας σύζυγος οικονομεί μέσω των ασχολιών του ένα κριτήριο
σύγκρισης που αυξάνει το status του (διαφοροποίηση) σε σχέση με το υψηλό status
της συζύγου του και των αντίστοιχων συναδέλφων της ή του κύκλου της. Έτσι κατά
κάποιο τρόπο εξυψώνεται, έστω, συμβολικά. Ταυτόχρονα η καριερίστρια ή η υψηλά
αμειβόμενη σύζυγος είναι πιο ήσυχη.
Η δυναμική κατά
την οποία ο χομπίστας σύζυγος χρησιμοποιεί τα χόμπι του ως μέσο για να ανεβάσει
το κοινωνικό του status, παρά την υψηλή επαγγελματική επιτυχία της
συζύγου του, αναδεικνύει μια ενδιαφέρουσα αλληλεπίδραση κοινωνικής διαφοροποίησης
και συμβολικής εξύψωσης.
1. Αυτονομία και διαφοροποίηση του
χομπίστα συζύγου
Ο άνδρας, αν
και δεν είναι επαγγελματικά ανταγωνιστικός ή οικονομικά ισχυρός με την
παραδοσιακή έννοια, μπορεί να αναδεικνύει την αυτονομία του μέσα από την
επιλογή των χόμπι του, τα οποία του προσφέρουν έναν δικό του κόσμο και ρόλο.
Αυτή η «ειδική εξειδίκευση» του επιτρέπει να διαφοροποιείται από τον κοινωνικό
κύκλο της γυναίκας του, που συχνά είναι γεμάτος με άτομα υψηλού επαγγελματικού
ή κοινωνικού στάτους.
Για
παράδειγμα, αν ο άνδρας ασχολείται με σπορ ή αθλητικά χόμπυ, τα οποία
απαιτούν αφοσίωση και συνήθως αυξάνουν το αίσθημα ευεξίας και επιτυχίας,
τότε ενδέχεται να κερδίσει την εκτίμηση των γύρω του, ακόμη και αν η
κοινωνική του θέση δεν είναι υψηλή από την άποψη του εισοδήματος ή της
καριέρας. Ο χομπίστας άνδρας, ως κάποιος που είναι σε θέση να διαχειριστεί και
να επενδύσει χρόνο και πόρους σε μια δραστηριότητα που έχει αίσθηση «ευτυχίας»
ή «εκπλήρωσης», μπορεί να βρει την δική του θέση κοινωνικά, ανεξάρτητα
από την επαγγελματική θέση της συζύγου του.
Αυτό
δημιουργεί μια συμβολική εξύψωση του status του, καθώς η ικανότητά του
να εξασφαλίζει την ευημερία και την προσωπική του ολοκλήρωση μέσω των
χόμπι του μπορεί να φανεί σαν ανώτερη ή αξιόλογη από άλλες σκοπιές, ακόμα κι αν
δεν σχετίζεται άμεσα με το παραδοσιακό «επικερδές» status.
2. Η "ήσυχη" καριερίστρια
σύζυγος: Ο ρόλος της υψηλά αμειβόμενης γυναίκας
Από την
άλλη, η υψηλά αμειβόμενη και επιτυχημένη επαγγελματικά σύζυγος μπορεί να
βιώνει ήσυχα την υπεροχή της στον εργασιακό κόσμο. Το γεγονός ότι είναι
η επικεφαλής στον επαγγελματικό τομέα και έχει δημιουργήσει ένα
κοινωνικό κύκλο με ανθρώπους παρόμοιου status (συναδέλφους ή συνεργάτες
υψηλού επιπέδου) ενδέχεται να την φέρει σε μια θέση «ηρεμίας» ή ακόμα και μείωσης
της πίεσης σχετικά με τη σύγκριση του κοινωνικού status εντός του
ζευγαριού.
Η σύζυγος
μπορεί να αισθάνεται λιγότερο αναγκαία να προχωρήσει σε άλλες «αντιπαραθέσεις»
όσον αφορά το status της οικογένειας και του συντρόφου της, καθώς η ίδια ήδη έχει
επιτύχει την κοινωνική και επαγγελματική της αναγνώριση. Επομένως, τα χόμπι
του συζύγου της, που αυξάνουν τη διαφοροποίηση του, δεν την απειλούν στον ίδιο
βαθμό, καθώς η καριέρα και η κοινωνική αναγνώριση της ίδιας την «ηρεμούν»
σε σχέση με τους κοινωνικούς συσχετισμούς.
Αυτό δεν
σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ψυχολογικές και συναισθηματικές επιπτώσεις,
αλλά περισσότερο αναφέρεται στη «στάση» της γυναίκας απέναντι στην κοινωνική
αυτή διαφοροποίηση. Μπορεί, εντούτοις, να μην επηρεάζεται σημαντικά από τη
διαφοροποίηση status του συζύγου της, επειδή θεωρεί ότι το ίδιο το status της
είναι ήδη κατοχυρωμένο και δεν χρειάζεται περαιτέρω εξωτερική επικύρωση.
3. Η ισχυρή ψυχολογική και
συναισθηματική πλευρά: Συμβολική ισότητα στην ασυμμετρία status
Αυτός ο
«ήσυχος» χαρακτήρας της καριερίστριας γυναίκας και η εξύψωση του χομπίστα συζύγου
σε επίπεδο συμβολικού status υποδεικνύουν μια βαθύτερη δυναμική, που
σχετίζεται με την συναισθηματική ισότητα μέσα στην ασυμμετρία status.
Ενώ στην επιφάνεια μπορεί να φαίνεται ότι η σύζυγος κυριαρχεί επαγγελματικά και
κοινωνικά, εντούτοις η συμβολική αξία των χόμπι του συζύγου της μπορεί
να προσφέρει συναισθηματική και ψυχολογική ισορροπία στην σχέση τους. Ο
άνδρας που δεν περιορίζεται στον ρόλο του «απλού συζύγου» ή «εξαρτώμενου» από
τη σύζυγό του μπορεί να αισθάνεται ικανοποιημένος από τη διαφοροποίησή του
και την αναγνώριση μέσω των χόμπι του. Αυτή η ισχυρότερη αίσθηση αυτοεκτίμησης
και προσωπικής αξίας μπορεί να του προσφέρει εσωτερική ισορροπία και να αμβλύνει
την ανισότητα του κοινωνικού status.
Αντιστοίχως,
η γυναίκα μπορεί να εκτιμά τον σύντροφό της και να του επιτρέπει μια
ξεχωριστή κοινωνική αξία, έστω και αν δεν ανταγωνίζεται άμεσα το δικό της
επαγγελματικό status. Αυτή η συμβολική αλληλεπίδραση της αντίθεσης μεταξύ
status και των προσωπικών ενδιαφερόντων μπορεί να δημιουργήσει έναν αρμονικό
ψυχολογικό χώρο για την οικογένεια και τη σχέση.
4. Η σημασία της κοινωνικής ισότητας και συνεργασίας
στον γάμο
Αξιοσημείωτο
είναι ότι, παρά την εξίσου ισχυρή επαγγελματική αξία και επιτυχία της γυναίκας,
ο άνδρας που έχει εξασφαλίσει για τον εαυτό του έναν «ρόλο» που τον
διαφοροποιεί μέσω των χόμπι του, μπορεί να προσφέρει μια συναισθηματική
«στάση ισότητας» στην οικογένεια. Δεν υπάρχει αυτή η έντονη αντίθεση ή
ανταγωνισμός που μπορεί να δημιουργηθεί σε πιο παραδοσιακούς γάμους, όπου η
κοινωνική θέση του άνδρα είναι ο «καθοριστικός παράγοντας» για τη δυναμική του
ζευγαριού.
Σε αυτό το
πλαίσιο, η συμβολική εξύψωση του χομπίστα συζύγου βοηθά στο να υπάρχει
μια πιο ευέλικτη ισότητα στον γάμο, όπου και οι δύο πλευρές μπορούν να
νιώσουν ότι συνεισφέρουν με διαφορετικούς, αλλά σημαντικούς τρόπους στη σχέση
τους. Ο άνδρας έχει τη δική του «τάξη αξιών» μέσω των χόμπι του και αυτό
μπορεί να ενισχύσει τη συναισθηματική και συμβολική συνεργασία μεταξύ
των δύο.
Η δυναμική
της σχέσης μεταξύ του χομπίστα συζύγου και της επιτυχημένης
επαγγελματία γυναίκας δημιουργεί ένα μοντέρνο μοντέλο διαφοροποίησης,
στο οποίο οι κοινωνικοί και επαγγελματικοί ρόλοι επανεξετάζονται και
αναδιαρθρώνονται. Παρά τις ανισότητες που φαίνεται να υπάρχουν όσον αφορά
το κοινωνικό status και την καριέρα, η συμβολική εξύψωση του συζύγου
μέσω των χόμπι του και η πιο ήσυχη, αλλά ισχυρή θέση της γυναίκας προσφέρουν
μια πιο ισχυρή συναισθηματική και ψυχολογική ισότητα.
Βέβαια τα χόμπυ (αφορμές για κοινωνικοποίηση, ταξίδια, επαφές) πρέπει να
είναι αποδοχής και υψηλού κύρους και να παρουσιάζονται ως άθλοι αξίας ή
υπεροχής και φυσικά έτσι να προσπαθεί να τα περάσει ο χομπίστας τόσο στη σύζυγό
του όσο και στον κοινωνικό τους περίγυρο.
Το στοιχείο της υψηλής αξίας
και του κοινωνικού κύρους που αποδίδεται στα χόμπι του χομπίστα συζύγου
είναι κρίσιμο για να καταστεί η διαφοροποίηση του κοινωνικά αποδεκτή και για να
προσδώσει στην ασχολία του έναν αέρα ισχυρής κοινωνικής επιτυχίας. Αυτό το
στοιχείο προσδίδει όχι μόνο συμβολική αξία αλλά και τη δυνατότητα να αναδείξει
τη θέση του σε μια κοινωνική ιεραρχία που ίσως διαφορετικά να τον
αντιμετώπιζε ως "δευτερεύοντα" ή "δεν επιτυχημένο" σε σχέση
με την υψηλά αμειβόμενη σύζυγό του.
Ας αναλύσουμε
πώς αυτή η συνειδητή εξύψωση του χόμπι μπορεί να επιδράσει στην
οικογενειακή δυναμική και στον ευρύτερο κοινωνικό περίγυρο:
1. Η επιδιωκόμενη κοινωνική
αναγνώριση και συμβολική αξία
Τα χόμπι του
χομπίστα συζύγου, για να αποκτήσουν κοινωνική αξία, δεν πρέπει να είναι απλώς
καθημερινές ασχολίες, αλλά να φέρουν μαζί τους την ιδιαιτερότητα και τον
αέρα του άθλου. Αυτό μπορεί να γίνει μέσω της υψηλής κατάρτισης ή
της εκπαίδευσης που απαιτείται για να ασχοληθεί κανείς με τα χόμπι αυτά.
Παράδειγμα:
/ - Αθλητικά χόμπυ υψηλών απαιτήσεων, όπως το ορειβατικό σκι, ο
αγωνιστικός στίβος ή οι υπεραποστάσεις (ultramarathons), που απαιτούν εξαιρετική
φυσική κατάσταση και τεχνική δεξιότητα, συνήθως εντυπωσιάζουν τον κοινωνικό
περίγυρο και αυξάνουν το κοινωνικό κύρος.
/ - Καλλιτεχνικά ή πολιτιστικά χόμπυ όπως η ζωγραφική, η μουσική
ή η φιλοσοφική συζήτηση, αν παρουσιάζονται με τρόπο που δείχνει την αποκλειστικότητα
και τη σπανιότητα της δραστηριότητας, καθίστανται επίσης αξιοσέβαστα
και εξαιρετικά.
Ο χομπίστας,
λοιπόν, επενδύει σε χόμπι τα οποία προσφέρουν ευκαιρίες για κοινωνικοποίηση
με ανθρώπους υψηλού κύρους και καταφέρνουν να δείχνουν ποιοτικό επίπεδο
και να εξυψώνουν τη δική του προσωπικότητα. Με αυτόν τον τρόπο, τα χόμπι δεν
είναι απλώς δραστηριότητες αναψυχής, αλλά πλαίσιο για κοινωνική ανέλιξη
και επικοινωνία με άτομα που ανήκουν στην ανώτερη κοινωνική ή επαγγελματική
κατηγορία.
2. Η «παρουσίαση» των χόμπυ ως άθλων
αξίας και υπεροχής
Είναι σαφές
ότι ο χομπίστας σύζυγος προσπαθεί να παρουσιάσει τα χόμπι του ως επιτεύγματα
υψηλής αξίας, ενδεχομένως και ως υπερβάσεις του μέσου όρου. Η
επένδυση στη δικτύωση και στις σχέσεις με ανθρώπους του υψηλού
κοινωνικού ή επαγγελματικού επιπέδου ενδυναμώνει αυτή την εικόνα.
Η στρατηγική αυτή έχει στόχο:
/ - Να ενισχύσει την κοινωνική του εικόνα ως «κάποιον που ξεχωρίζει» ή ως
«πρωτοπόρο» στον τομέα του.
/ - Να επηρεάσει την αντίληψη των άλλων, και ειδικά τη σύζυγό του και τον
ευρύτερο κοινωνικό τους κύκλο, ότι τα χόμπι του δεν είναι απλώς «πέρασμα του
χρόνου» αλλά πεδία εξαιρετικών επιτυχιών.
/ - Να κερδίσει κοινωνική αποδοχή για τα χόμπι του, τα οποία από την
κοινωνία μπορεί να θεωρηθούν «εντός των επιτρεπτών ορίων», εφόσον είναι άθλοι
που απαιτούν «υψηλές επιδόσεις» και ικανότητες.
3. Η σχέση με τη σύζυγο και οι
επιπτώσεις στην κοινωνική τους εικόνα
Η σύζυγος, ως
γυναίκα με υψηλό status, μπορεί αρχικά να δει την υψηλή κοινωνική
αξία των χόμπι του συζύγου της με αρκετή αμφιβολία, αν δεν βλέπει το ίδιο
το κοινωνικό και οικονομικό όφελος αυτών των χόμπι. Ωστόσο, εάν ο άνδρας
πετύχει να «πείσει» την ίδια και τον κοινωνικό τους κύκλο ότι οι δραστηριότητες
του προάγουν το κοινό καλό, την αναγνώριση ή το πρεστίζ
της οικογένειας, τότε το χόμπι του μπορεί να γίνει εκτιμητέο.
/ - Η σύζυγος, ειδικά αν είναι σε μια θέση κοινωνικής
επιτυχίας, μπορεί να
αισθανθεί ότι το αντισταθμιστικό όφελος είναι μεγαλύτερο, καθώς τα χόμπι
του συνδράμουν στον ενισχυμένο κοινωνικό κύκλο και την ευχάριστη
κοινωνική παρουσία που προσφέρουν.
/ - Η σύζυγος μπορεί επίσης να εκτιμήσει το γεγονός
ότι το χόμπι προσφέρει στον σύζυγό της ευχάριστη προσωπική ικανοποίηση
και έναν τρόπο για εκτόνωση και ανανέωση.
Αυτή η συμβολική
υποστήριξη των χόμπι του μπορεί να ενισχύσει τη σχέση τους, εφόσον η
γυναίκα αναγνωρίζει την αξία της «επένδυσης» του συζύγου της σε δραστηριότητες
που ενδέχεται να βελτιώσουν τις κοινωνικές τους επαφές και να
συντελέσουν στο συνολικό κοινωνικό τους κύρος.
4. Η κοινωνική και οικογενειακή
πίεση για υπεροχή και ταυτότητα
Η προσπάθεια
του χομπίστα να προβάλλει τα χόμπυ του ως άθλους υπεροχής μπορεί επίσης να
συνδέεται με τις κοινωνικές πιέσεις για την αυτοεκτίμηση και την επιτυχία.
Ο άνδρας, προσπαθώντας να εξισώσει το κοινωνικό του status με τη σύζυγο, θα
επιδιώξει:
/- Η κοινωνική αξία του να αντανακλά την υπεροχή του, έστω και αν αυτή η υπεροχή
είναι συμβολική.
/- Η συζυγική υποστήριξη μπορεί να καταστεί
κλειδί για την επιτυχία του στην κοινωνική «πλατφόρμα» των χόμπι. Η ηθική
στήριξη της γυναίκας του μπορεί να τον βοηθήσει να κερδίσει την κοινωνική
αναγνώριση και την εκτίμηση.
Η συναισθηματική
διάσταση σε αυτή τη στρατηγική είναι σημαντική. Αν και τα χόμπι μπορεί να
έχουν μια εξωτερική, κοινωνική αξία, είναι η προσωπική και συναισθηματική
ικανοποίηση που τα συνοδεύει που αναδεικνύει τη σχέση αυτή ως σχέση
ισχυρών, αλλά διαφορετικών status, αποκαλύπτοντας τις αντιφάσεις,
τις ευκαιρίες και τις προκλήσεις που προκύπτουν από αυτή την
κοινωνική στρατηγική.
Το χόμπυ του
χομπίστα συζύγου γίνεται, με τη σωστή παρουσίαση και κοινωνική εξωτερική
αναγνώριση, όχι μόνο μέσο για προσωπική ικανοποίηση αλλά και μέσο για
κοινωνική ανέλιξη. Αν τα χόμπι αυτά έχουν τη δύναμη να αυξήσουν το
κοινωνικό κύρος και να προβάλλονται ως «άθλοι» αξίας και υπεροχής, τότε δεν
περιορίζονται σε ένα απλό προσωπικό ενδιαφέρον αλλά γίνονται στοιχείο της
κοινωνικής και οικογενειακής ταυτότητας, με δυνατότητα να ενισχύσουν τη
δυναμική και την ισχυρότερη κοινωνική παρουσία του ζευγαριού.
Πρωτογενείς Πηγές:
Lévi-Strauss, Claude. Les Structures Élémentaires de
la Parenté. Paris:
Mouton, 1949.
Lévi-Strauss, Claude. The Elementary Structures of Kinship, trans. James Harle Bell &
John Richard von Sturmer, ed. Rodney Needham. Boston: Beacon Press, 1969.
Δευτερογενείς Πηγές & Κριτικές:
Mauss, Marcel. Essai sur le don. Paris: PUF, 1925.
Rubin, Gayle. "The Traffic in Women: Notes on the ‘Political Economy’ of Sex",
in Toward an Anthropology of Women, ed. Rayna R. Reiter, New York:
Monthly Review Press, 1975.
Ortner, Sherry B. "Is Female to Male as Nature is to Culture?" in Woman,
Culture, and Society, eds. Ortner & White
ΕΛΕΥΘΕΡΟΓΡΑΦΟΣ
[ ανάρτηση 2 Σεπτεμβρίου 2025 :
η γυναίκα ως το πρώτο «προϊόν» ανταλλαγής
"L’humanité
a commencé avec l’échange des femmes."
(Η
ανθρωπότητα ξεκίνησε με την ανταλλαγή των γυναικών.)
Claude
Levi-Strauss
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ]
Λόγος Έμφρων
[ ανάρτηση 4 Σεπτεμβρίου 2025 :
η γυναίκα ως το πρώτο «προϊόν» ανταλλαγής
"L’humanité
a commencé avec l’échange des femmes."
(Η
ανθρωπότητα ξεκίνησε με την ανταλλαγή των γυναικών.)
Claude Levi-Strauss
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ]