Κωνσταντίνος Φ. Σκόκος - "Αι εταίραι εν τη κλασσική αρχαιότητι" - άρθρο - 1886 - δημοσίευση Ποικίλη Στοά 1886 - ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΣΙΑ

 


Κωνσταντίνος Φ. Σκόκος

« Αι εταίραι εν τη κλασσική αρχαιότητι »

άρθρο

Ποικίλη Στοά 1886                                                                       

 

 

 

 

 

 

 

 Το άρθρο του Κωνσταντίνου Φ. Σκόκου «Αι εταίραι εν τη κλασσική αρχαιότητι» δημοσιεύθηκε στην ετήσια περιοδική έκδοση: Ποικίλη Στοά 1886, Εθνικόν Ημερολόγιον, υπό Ιωάννου Αρσένη, Έτος Ζ’, τυπογρ. Ανέστη Κωνσταντινίδου, Εν Αθήναις, 1886, σ. 150-167.

Από το άρθρο άκρως ενδεικτικά μερικά αποσπάσματα.

Το άρθρο εμπεριέχει πληθώρα πληροφοφιών.

Η μικρή αυτή παράθεση χωρίων αδικεί την έκταση και το εύρος του άρθρου.

( Το πρωτότυπο σε πολυτονικό )

 

 

 

 

« Αι εταίραι εν τη κλασσική αρχαιότητι »

 

 

 

   Ο Δημοσθένης εποιείτο διάκρισιν μεταξύ εταιρών και παλλακίδων λέγων:  « τας μεν εταίρας ηδονής ένεκ’ έχομεν, τας δε παλλακάς της καθ’ ημέραν θεραπείας του σώματος».  

 

 Ο Ισοκράτης ηράτο της Μετανείρας.

 Ο Ισοκράτης επί των ηδυπαθών κόλπων της Λαγίσκης συνέγραψε τους ρητορικωτέρους των λόγων του.

 

  Ο Πλάτων, ίσως, έγραψε το «Συμπόσιον» και τον «Φαίδωνα» υπό τα ηδυπαθή βλέμματα της Αρχεανάσσης.

 

 Ο Αριστοτέλης εφιλοσόφει εις τας αγκάλας της Ερπυλλίδος.

 

  Ο Περίανδρος, ο της Κορίνθου τύραννος, εγένετο έκφρων υπό του έρωτος άμα ως είδε την εταίραν Μέλισσαν αναμπέχονον και μονοχίτωνα. 

 

 Ο ρήτωρ Υπερείδης συνέζη εν Αθήναις μετά της Μυρρίνης, βιούσης πολυτελέστατα, καίτοι είχε μεμισθωμένας διαρκώς εν Πειραιεί μεν την καλλίπυγον Αρισταγόραν, εν Ελευσίνι δε την ευόφθαλμον Φίλαν.

 

   Ο Λυσίας ηράτο εμμανώς της καλλισώμου Λάγιδος.

 

  Ο Αρίστιππος, ο ιδρυτής της Κυρηναϊκής κληθείσης αιρέσεως, της αξιούσης την ηδυπάθειαν ως τελικόν σκοπόν της ζωής, συνεβίου αναφανδόν μετά της περιωνύμου Λαϊδος, ής περιπαθώς ηράσθη.

 

  Ο Σοφοκλής, γεγηρακώς ήδη ηράσθη της Θεωρίδος, βραδύτερον δε ηλώθη τέλεον υπό των θελγήτρων της Αρχίππης.

 

  Ο Θεμιστοκλής, πριν ή εισέτι οι Αθηναίοι τραπώσιν εις εκβακχεύσεις και αφροδισιασμούς, περιήγαγεν εντός πολυτελούς τεθρίππου, διελαύνων δια του Κεραμεικού πληθούσης της αγοράς, την Λάμιαν, την Σκιώνην, την Σάτυραν και την Νάννιον.

 

  Ο Αλκιβιάδης περιήγε μεθ’ εαυτού την εξ Αθηνών Θεοδότην και την περικαλλεστάτην Τιμάνδραν την Κορινθίαν, μητέρα, κατά την μαρτυρίαν των πλείστων συγγραφέων, της εξόχου Λαϊδος.

 

  Ο Ευριπίδης ο τραγωδός, περί ου επιστεύετο ότι εμίσει από πεποιθήσεως τας γυναίκας, διήγε βίον ανειμμένον μετά εταιρών, εφ’ ώ και ο Σοφοκλής χλευάζων την ανακολουθίαν των ιδέων και των πράξεων του αντιζήλου του, έλεγε ότι ο Ευριπίδης «ήν μισογύνης εν ταις τραγωδίαις, επί της σκηνής, φιλογύνης δ’ εν τη ευνή και εις τα παρασκήνια

 

   Ο Άρπαλος, κατασυλήσας πολλά των χρημάτων του Μεγάλου Αλεξάνδρου και καταφυγών εις Αθήνας κατηνάλωσεν αμύθητον χρυσίον μετά της αβροσάρκου εταίρας Πυθιονίκης, ής θανούσης ίδρυσε πολυτάλαντον μνημείον εκ πεντελησίου λίθου παρά την ιεράν απ’ Αθηνών εις Ελευσίνα οδόν, σωζόμενον μέχρι των χρόνων του Στράβωνος. Ο Άρπαλος έτερον δ’ επίσης καλλιμάρμαρον μνημείον ανήγειρε βραδύτερον εν Βαβυλώνι. Η δαπάνη αμφοτέρων των μνημείων ανήρχετο εις το μυθώδες ποσόν των διακοσίων ταλάντων.

   Ο Άρπαλος μετά τον θάνατον της Πυθιονίκης ηράσθη της χαριεστάτης Γλυκέρας, ής προς τιμήν είχε στήσει εικόνα χαλκού εν Ρωσσώ της Συρίας.

 

   Δημήτριος, ο του Δημητρίου του Φαληρέως απόγονος, διήγεν εν πολυτελεστάτη τρυφή μετά της εκ Κορίνθου εταίρας Αρισταγόρας. Ο Δημήτριος εις δε τους Αρειπαγίτας, παρατηρήσαντας αυτώ ότι δεν να ζη σεμνόν και ουχί εκδεδιητημένον βίον απήντησε τα εξής:

« Ζω ελευθέρως, εταίραν έχων την καλλίστην, αδικώ ουδένα, πίνω οίνον Χίον, και εκ των εμών αναλίσκω προσόδων, ουχί δ’ ως υμών ένιοι, δεκαζόμενος ζω και μοιχεύων. »

   Ο Δημήτριος τοσούτον δ’ ηγάπα και εσέβετο την Κορινθίαν εταίραν Αρισταγόραν, ώστε τελουμένων ποτέ των Παναθηναίων έστησε τη Αρισταγόρα επίτιμον ικρίωμα εγγύς των Ερμών, μείζον τούτων το μέγεθος, ως άλλοτε εν Ελευσίνι κατά την πομπήν των μυστηρίων έθηκεν αυτή θρόνον παρά το ανάκτορον.

 

  Φίλιππος ο Μακεδών καταθελχθείς εκ του κάλλους Φιλίννης της ορχηστρίδος, συνεβίωσεν επί μακρόν μετ’ αυτής, εξ ής έτεκε τον Αριδαίον.

 

   Ο Αντίγονος ελάτρευε παραφόρως την Δημώ.

 

   Ο Πύρρος, ο βασιλεύς της Ηπείρου, έκλινε παρά τα γόνατα της περικαλλούς εταίρας Τίγριδος της Λευκαδίας.

 

   Ο Δημήτριος ο Πολιορκητής ηράσθη της Δημούς, της Λεαίνης, της Μανίας και άλλων.

 

  Ο Δημήτριος ο Πολιορκητής απεθέωσε δε δια του σφοδρού αυτού έρωτος την διάσημον Λάμιαν, αυτός ο υπό των Αθηναίων αποθεωθείς, επιλαθόμενος της φωτοβόλου δόξης εις τας αγκάλας της γοήτιδος εταίρας. 

 

  Η Αγαθόκλεια εξήσκει τοιαύτην επιρροήν επί του βασιλέως Φιλοπάτορος Πτολεμαίου, ώστε κοινώς επιστεύετο ότι εις ταύτην ωφείλετο η ανατροπή της βασιλείας αυτού.

 

 Ο μετά τον Πτολεμαίον βασιλεύς της Αιγύπτου Φιλάδελφος πλείστας έσχεν εταίρας, εν αίς και την Αγαθόκλειαν και την Στρατονίκην, ής (Στρατονίκης) πλούσιον ηγείρετο μνημείον εγγύς της προς την Ελευσίνα διηκούσης παρακτίου οδού.

 

 Πτολεμαίος ο του Φιλαδέλφου έσχεν εταίραν την καλλίσφυρον Ειρήνην, ήτις, ότε ούτος εν Εφέσω επιβουλευόμενος κατεδιώκετο υπό των Θρακών, συγκατέφυγεν εις το ιερόν της Αρτέμιδος και συναπέθανεν ηρωϊκώς μετ’ αυτού.

 

   Μυρτώ η Φωκαϊς, η προσφιλής εταίρα του Κύρου, όν συνηκολούθει εις τας κατά του αδελφού του εκστρατείας, τοσούτον δ’ επί κάλλει και σοφία εκλείζετο, ώστε ο Κύρος μετωνόμασεν αυτήν Ασπασίαν προς τιμήν της εξόχου ομωνύμου εταίρας των Αθηνών. Ο Αιλιανός εν τη Ποικίλη Ιστορία αυτού αφιεροί ολοκλήρους σελίδας εικονίζων ενθουσιωδώς την απαράμιλλον ευμέλειαν του σώματος, την αξιοπρέπειαν και χάριν του ήθους και την πνευματικήν διαύγειαν της Μυρτούς.

 

  Ο Τιμόθεος, ο των Αθηναίων στρατηγός, εκαυχάτο ότι, ει μή ο πατήρ αυτού συνήρχετο εταίρα, δεν θα ήτο υιός του Κόνωνος.

  Αλλά μήτοι ο Θεμιστοκλής δεν ήτο τέκνον της εταίρας Αμβρότονον και ο Αριστοφών, ο ρήτωρ, της Χορηγίδος ;

 

  Οι Αθηναίοι ου μόνον λοιπόν ηνείχοντο την κοινωνικήν θέσιν των ελευθεριαζουσών γυναικών, αλλά και απεθαύμαζον και ετίμων δια της αδιαλείπτου προς αυτάς συναναστροφής των επισημοτέρων ανδρών και δι’ άλλων μυρίων τρόπων. Μνημεία πολυτελή ηγείροντο αυταίς και τρίποδες και εικόνες εκ χαλκού, και  ικριώματα επίτιμα εν ταις πομπαίς αφιερούντο, βασιλείων δε τιμών ηξιούντο αύται εις τας αυλάς των βασιλέων και ηγεμόνων της Ασίας.

 

 Πολλοί ποιηταί επέγραψαν τα δράματα αυτών δι’ ονομάτων γνωστών εταιρών, ως η Θαϊς του Μενάνδρου, προς τιμήν της ομωνύμου εταίρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η Κοριαννώ του Φερεκύδους και άλλα άλλως.

 

   Άλλως τε οι αρχαίοι ελάτρευον το κάλλος ως από των θεών καταγόμενον.

  Εν Ήλιδι ετελείτο αγών περί κάλλους και βραβεία ετίθεντο τοις αριστεύουσιν.

   Εν Σπάρτη εθεοποίουν το κάλλος, διότι μόνον εκ του γάμου ωραίων ανδρών και γυναικών απεξεδέχοντο και τέκνα ρωμαλέα, γενναία και μεγαλόφρονα, διότι επίστευον ότι η έννοια του καλού συνεπήγετο και του αγαθού την έννοιαν.

 

  Αλλά και ο Όμηρος πλάττει ωραίους τους ήρωας αυτού, διότι έκτοτε επιστεύετο ότι το κάλλος μετείχεν αθανασίας.  

 

  Ότε η Φρύνη, η περικαλλεστέρα των Αθηνών εταίρα, εδικάζετο ποτέ υπό των δικαστών τη εγκλήσει του Ευθίου ετοίμων να καταγνώσωσιν αυτής θάνατον, ο ρήτωρ Υπερείδης συνηγορών και εξαντλήσας πάντα της υπερασπίσεως τα στοιχεία, εν τέλει περιρρήξας αυτής τους χιτωνίσκους και γυμνώσας τα αλαβάστρινα και εύγραμμα στέρνα κατέπληξε δια του εξαισίου κάλλους τους δικαστάς, οίτινες ηθώωσαν αυτήν.

  Ο Απελλής ιδών ποτε κατάγυμνον την Φρύνην και λυσίκομον εμβαίνουσαν τη θαλάττη, ενεπνεύσθη την αμίμητον «Αναδυομένην Αφροδίτην».

 

  Η προσήνεια του ήθους και η ευστροφία του πνεύματος περιέβαλλον δια μείζονος αίγλης το θεσπέσιον κάλλος των εταιρών.

 Η Γνάθαινα κατέπληττε δια των ευφυεστάτων απαντήσεων, άς επιμελώς εσταχυολόγησεν ο Αθήναιος. Μάλιστα η Γνάθαινα κατά τα παννύχια συμπόσια τοσούτον κατεγοήτευε τους εραστάς και συνδαιτημόνας δια της λεπτότητος των σκωμμάτων και της ανεξαντλήτου χαριτολογίας περί τε τους ψόγους και τους επαίνους, ώστε απεκλήθη Μανία, διότι οι διαλεγόμενοι μονονού επεμαίνοντο τω έρωτι αυτής. Ήν η βασιλίς των συμποσίων και η ψυχή των συνδιαλέξεων. Πολλοί χρονογράφοι της εποχής, εν οίς ο Μάχων και ο Λυγκεύς, είχον αποθησαυρίσει εν τοις απομνημονεύμασιν αυτών πλείστα αυτής χαριτολογήματα.

 

  Πολλαί εκ των εταιρών εφημίζοντο ως συγγραφείς, πλείστα εγκυκλοπαιδικά συγγράμματα εκπονήσασαι. Ελέγετο ότι το περί Οψολογίας και Γαστρονομίας πολυθρύλητον  σύγγραμμα του Αρχεστράτου ήν έργον της πολυμαθούς Φιλαινίδος της εταίρας, μεθ’ ής αείποτε συνεχρωτίζετο.

 Εις την Φιλαινίδα ακόμη απεδίδετο και ετέρα περιεργοτάτη συγγραφή περί Αφροδισίων, ής εύφημον εποίησε μνείαν ο Χρύσιππος, ο της Στοάς ηγεμών, εν τη περί του καλού και της ηδονής περισπουδάστω αυτού μελέτη.

 

  Αι εταίραι επεμελούντο όθεν ου μόνον του σώματος αλλά και του ήθους και του πνεύματος αυτών, δια της ερεύνης και ακροάσεως των φιλοσοφικών διδαγμάτων.

  Η εξ Αρκαδίας εταίρα Λασθένεια εφιλοσόφει ευδοκίμως και  συνειργάζετο μετά του συγγενούς και διαδόχου της Σχολής του Πλάτωνος, ου ηκροάσθη μετά θαυμασίου ζήλου και φιλαμαθείας.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Λόγος Έμφρων

logosemfron.blogspot.com

[ ανάρτηση 9 Σεπτεμβρίου 2022 :

Κωνσταντίνος Φ. Σκόκος,

«Αι εταίραι εν τη κλασσική αρχαιότητι»,

άρθρο, 1886,

αποσπάσματα εκ του άρθρου ]