Ευάγγελος Ανδρέου
«Το
συναξάρι του ψάλτη της Αγίας Παρασκευής»
Πνευματικό
Χρονό-μετρο
Ευρωπαϊκό
Κέντρο Τέχνης
&
Έρευνας του Πολιτισμού του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους στην Ευρώπη
Αναπαύσεως 14 Α΄ - 190 02 Παιανία
Τηλ.:
210.6643854
Fax:
210.6643854
amparasart@gmail.com
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΑΝΔΡΕΟΥ
«ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΟΥ ΨΑΛΤΗ
ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ»
(Ομιλία)
Ένα ντοκιμαντέρ
σε μουσική
υπόκρουση:
Μανώλη
Χατζημάρκου
«Μυρίπνοα Άνθη»
(1982).
Ήταν απόβροχο στο Πικέρμι. Από εκείνα τα
γλυκά του Μάρτη, τα σαρακοστιανά. Ο μπαρμπα Σωτήρης ο Τσεβάς πάλευε πάνω στα
κουζινέτα τού αλευρόμυλου. Παληός Κορωπιώτης μηχανικός απ’ τον προπερασμένο
αιώνα και πλάι ο μικρός Μανώλης να ρουφάει το κέφι και την τέχνη του πατέρα
του. Να γίνει μια φορά κι αυτός μάστορας γερός και άξιος.
Είχε
κι άλλο μεράκι, ο Μανώλης. Εξόν απ’ των χεριών του την ακούραστη σβελτάδα τ’
άρεσε μαζί να ξεκουράζει την καρδιά με το τραγούδι του. Και γύρευε να ακούσει
τα μυστικά του. Εκείνα τα άδηλα μαγέματα που φέρνει η φωνή από τα κατάβαθα του
ανθρώπου.
Γεννήθηκε
στο Κορωπί μια μέρα Τρίτη, στις 21 Ιουνίου του 1911. Ένας μαντρότοιχος χώριζε
το πατρικό της οικογένειας από το σπίτι του παπα-Γιώργη. Παλαιός λευΐτης αυτός
στο εύφορο αρβανιτοχώρι των Μεσογείων, όλος δύναμη στα πατροπαράδοτα και
καλλικέλαδος στα τραγούδια του Θεού, τραβούσε κοντά του το μικρό Μανώλη στις
λειτουργιές των εξωκκλησιών, τού ‘δινε τις ορμήνιες της ψαλτικής σειράς και την
έγνοια γρήγορα να πάει για βυζαντινά μουσικά σπουδάγματα. Είχε ωραία φωνή το
παιδί και πίστη στα ασματικά λόγια. Είχε και στο λογισμό του να γίνει παπάς.
Σχολιαρόπαιδο,
στα δεκατέσσερα, στοχάστηκε κάποιες σπουδές. Να πάρει το ταλέντο της φωνής και
την πολυπόθητη γνώση. Στον πατέρα εκείνα τα χρόνια δε μιλούσες για μουσικές και
τέτοια… Η ζωή είχε άλλη γραμμή και στη σκληρή επιβίωση δεν κάτεχες άλλο δρόμο
από αυτόν του χειρωνακτικού μόχθου.
Ο
Μανώλης πήγε κρυφά και βρήκε το δάσκαλο της μουσικής του λαχτάρας. Ο Καπακίδης
ήταν από τις αρχές του αιώνα πρωτοψάλτης στο μητροπολιτικό ναό της Αναλήψεως
στο Κορωπί. Κοντά του βρήκε ο μικρός μαθητής όσα αναζητούσε. Στο καφενείο
έπαιρνε τα τακτικά μαθήματα κι έκανε διάφορες μικροδουλειές για τα έξοδα του
δασκάλου. Μάθηση κατά πως την έφερνε η γνήσια παράδοση των παλαιών δημιουργών.
Έτσι όπως δασκάλευε υπομονετικά ο αγιογράφος μέσα στο μοναστήρι το ταλαντούχο
καλογεροπαίδι και του έραινε τα σωθικά με τα ανθοχρώματα της γής και της μέρας.
Ήταν
τα δύσκολα χρόνια του μεσοπόλεμου, μετά τη μικρασιατική τραγωδία και στον
Πειραιά άρχισε να φυσάει γλυκά ο άνεμος της λαϊκής μουσικής κληρονομιάς της
ανατολής. Ο Μανώλης τραγουδούσε τούτα τα όλο θλίψη τραγούδια. Τραγουδούσε και
τρυφερούς σκοπούς από παληές οπερέτες και άλλα παθιάρικα, με μια φλογερή έφεση στα
μινόρε και στον πλάγιο δεύτερο, σαν «το γύριζε» στα παπαδικά και στα
στιχηραρικά, με το ήθος τους το βαθύ κατανυκτικό και το πένθιμο. Γι’ αυτό και
είχε μιάν αγάπη στα «παραπονιάρικα», όπως τά ‘λεγε, του γεραρού
κωνσταντινουπολίτη διάκου και μελουργού Γεράσιμου Κανελλίδη.
Μεγάλωσε
πιά ο Μανώλης και χώθηκε για τα καλά στον αγώνα της δουλειάς. Έδωσε εξετάσεις
και πήρε το «χαρτί» του μηχανικού μηχανών «εσωτερικής καύσεως». Έγινε
πασίγνωστος και στα «πέριξ». Έντιμος, δουλευταράς και προπαντός ένας μάστορας
αξεπέραστος. Στρατεύτηκε στο Ναυτικό, στο ηρωϊκό καράβι «Πάνθηρ». Ύστερα παντρεύτηκε.
Άνοιξε σπιτικό.
Στις
ώρες του αποσταμού πότε με την οικογένεια, πότε με την παρέα, με τη ρετσίνα και
τη ζεστή μαρίδα, που κολυμπούσε στο λεμόνι, έπιανε το τραγούδι. Πάθος ζωής
ολοζώντανο, πηγαίο, της λύπης και της χαράς, που κατεβάζει το δάκρυ και
γαληνεύει τα βάσανα.
Στα
βορινά κράσπεδα του χωριού, λίγο πιο κάτω από το σπιτικό, ήταν το εκκλησάκι της
Αγίας Παρασκευής. Ένα μικρό μονόχωρο, ξυλόστεγο πνευματικό ενδιαίτημα, μοναχικό
μέσα στη χέρσα γη. Γερασμένο ναΐδριο, απ’ τον 19ο αιώνα, είχε και
για στήριγμα μια παλαιική κολώνα και τη «ναζαρηνή» μορφή της Αγίας Παρασκευής
πλασμένη από ζωγράφο δασκαλεμένο. Εικόνα οσιομάρτυρος με παρθενική τεπεινότητα
και χαμηλότονη έκφραση μυστηρίου.
Κάθε
1η Φλεβάρη γιόρταζε το εκκλησάκι τη μέρα του Αγίου Τρύφωνα, του
προστάτη των αμπελουργών και των γεωργών. Μαζευόταν ολάκερο το χωριό στο
δοξαστικό γιορτάσι. Στο αναλόι της πανήγυρης έψαλε ο μπαρμπα-Μήτσος ο Πρόφης
και από κοντά, πάντοτε γλυκόφωνος και πλέον διδαγμένος βυζαντινομουσικός, ο
Μανώλης. Όταν έφυγε από τη ζωή ο μπαρμπα-Μήτσος, πήρε τη θέση του ο Μανώλης ο
Τσεβάς, ο μηχανικός με «τ’ όνομα». Ο Μαστρομανώλης. Διακόνησε το ψαλτήρι της
Αγίας Παρασκευής τριαντα-πέντε ολόκληρα χρόνια, μέχρι τα γεράματά του, μόνο από
αγάπη και πίστη για να μη ξοδεύεται η εκκλησιά.
Κι’ όταν στα 1969 η Αγία Παρασκευή ανοικοδομήθηκε σ’ έναν υψηλό,
ευρύχωρο και περικαλλή ναό και ανυψώθηκε σε Ενορία, ο Μαστρομανώλης ήταν ο
πρωτοψάλτης και ο μουσικοδιδάσκλος των νέων παιδιών, που αποζητούσαν τους
δρόμους των βυζαντινών μελών στις λειτουργιές και στις παννυχίδες.
Τα
τελευταία χρόνια της ζωής του αποτραβήχτηκε ο καλός ψάλτης, εφησυχασμένος πιά
στο σπιτικό του, κοντά στην κυρά του τη Μαργαρίτα και τη μονάκριβη θυγατέρα του
την Αγγελική, τη σπουδαία καλλιτέχνιδα του πηλού και του χρώματος.
Τίποτα
δεν απέμεινε από τον καλοφωνάρη ορχηστή του ψαλτικού στασιδιού. Δεν απόλαυσε
τις τιμές των ηχογραφήσεων και των οπτικοακουστικών ματαιοτήτων. «Έφυγε» το
πρωινό του Σαββάτου 13 Μαΐου του 2000, πάνω στη γιορτή της Αγίας Γλυκερίας.
Γλυκύς και πράος ταξιδευτής στη μνήμη των επιγενομένων.
Ευάγγελος Ανδρέου
Λόγος Έμφρων
[ ανάρτηση 4 Μαϊου 2024 :
Ευάγγελος Ανδρέου
« Το συναξάρι του ψάλτη της
Αγίας Παρασκευής »
Πνευματικό Χρονό-μετρο ]