Χαρίλαος Καλαϊσάκης, "Περί Καβείρων", εξ ανεκδότου συγγράμματος - 1907 - ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΣΙΑ

 



Χαρίλαος Καλαϊσάκης

« Περί             Καβείρων »                                                                                    

 ( εξ ανεκδότου συγγράμματος )             

 

 

 

 

 

                                 Περί Καβείρων

 

 

  Η λατρεία και τα μυστήρια των Καβείρων, άτινα είχον εγκαταστή εν τη νήσω Σαμοθράκη, φαίνεται ότι ήσαν, όπως τα του Αδώνιδος,  φοινικικής καταγωγής.

  Οι Κάβειροι ήσαν δαίμονες μυστηριώδεις, ών η φύσις δεν είναι ακριβώς γνωστή, διότι αι περί τούτων ειδήσεις έχουσιν, ως επί το πλείστον, την αρχήν εν τοις ύστερον χρόνοις της ελληνικής μυθολογίας, ότι οι καθ’ εαυτούς, ένεκα της μυστικής αυτών φύσεως, σκοτεινοί θεοί ήσαν συνδεδεμένοι και συγκεχωνευμένοι προς διαφόρους άλλους θεούς. Ήσαν δε πιθανώς αρχαιότατοι θεοί της επικαρπίας της γης, αλλά κατώτεροι.

  Εν Βοιωτία, ένθα, ως φαίνεται, κατά πρώτον ελατρεύοντο, παρουσιάζονται μετά της Δήμητρος, της θεάς της γεωργίας. Εντεύθεν εξετάθη η λατρεία αυτών εις Λήμνον, Ίμβρον, Σαμοθράκην. Επί της Λήμνου οι Κάβειροι παρίστανται μετά του Ηφαίστου, όστις εξελαμβάνετο υπό την πρώτην αυτού μορφήν, ως θεός του φυσικού και υποχθονίως ενεργούντος πυρός. Εις τοιούτους φυσικούς θεούς, ως είναι η Δημήτηρ και ο Ήφαιστος, προσεκολλώντο οι Κάβειροι ως υπηρέται δαίμονες, ενεργητικά όντα της φύσεως. Επειδή δε ο Ήφαιστος, προϊόντος του χρόνου, εγένετο κατ’ εξοχήν θεός της καλλιτεχνίας, η ιδιότης αύτη μετέβη και εις τους Καβείρους, οίτινες εγένοντο βοηθοί του Ηφαίστου εις την επεξεργασίαν των μετάλλων. Προς τούτοις οι Κάβειροι εγένοντο εν ταις ρηθείσαις νήσοις Σωτήρες θεοί κατά της τρικυμίας, καθόσον μάλιστα ευρίσκοντο μετά των Διοσκόρων, Κάστορος και Πολυδεύκους, οίτινες, κατά τας δοξασίας των αρχαίων, επαρουσιάζοντο ως φωτεινά σώματα επί της επιφανείας της θαλάσσης εν καιρώ σκοτεινοτάτης νυκτός. Δια την τελευταίαν δ’ αυτών ιδιότητα οι Κάβειροι ανυψούνται εις θεούς πρώτης τάξεως, και τούτων την προστασίαν επεκαλούντο εν τρικυμίαις όσοι ήσαν μεμυημένοι, αποκαλούντες αυτούς ισχυρούς και δυνατούς.  

   Εν Βοιωτία η λατρεία των Καβείρων υπήρχε βεβαίως κατά τους αρχαιοτάτους χρόνους, μετά την κατάκτησιν όμως των Θηβών υπό των Επιγόνων, την δωδεκάτην προ Χριστού εκατονταετηρίδα, παρημελήθη αύτη εφ’ όσον ήκμαζον εν Αθήναις τα Ελευσίνια μυστήρια, και κατόπιν ήκμασαν εκ νέου, κατά τον τρίτον προ Χριστού αιώνα, επί των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, και κατά τον δεύτερον αιώνα υπό των Ρωμαίων, υπό τον τύπον των Καβειρίων μυστηρίων, τελουμένων μεγαλοπρεπώς, ιδίως εν Σαμοθράκη.

   Το όνομα αυτών παράγεται εκ του εβραϊκού Καβίρ, όπερ σημαίνει Μέγας, Ισχυρός, είτε εκ του εν Φρυγία όρους Καβείρου, ένθα ελατρεύοντο, είτε εκ του ονόματος της μητρός αυτών, της νύμφης Καβείρας ή Καβειρούς.  Καθ’ Ηρόδοτον, οι Κάβειροι είχον ναόν εν Μέμφιδι της Αιγύπτου, οι δε Φοίνικες ελάτρευον οκτώ Καβείρους εν Βηρυττώ,  ως εφευρέτας της ναυτιλίας και αντιπροσώπους των επτά πλανητών.

   Εν ώ ο Πίνδαρος γιγνώσκει μόνον ένα Κάβειρον εν τοις οργίοις της Λήμνου, ο Αισχύλος φαντάζεται αυτούς πολυπληθείς, αφ’ ου απαρτίζουσι τον χορόν σατυρικού δράματος. Ο Ακεσίλαος και ο Φερεκύδης δίδουσιν αυτοίς πατέρα τον Κασμίλλον, υιόν της Καβειρούς και του Ηφαίστου, και παραδέχονται τρεις άρρενας μετά τριων θηλέων, των Καβειριτίδων νυμφών. Ο Στράβων προσεταιρίζει αυτούς μετά των Κορυβάντων και των Τιτύρων,  ο δε  Ηρόδοτος αναγράφει «Ηφαίστου δε σφέας παίδας λέγουσι είναι».

   Ο Παυσανίας είναι λίαν  επιφυλακτικός ως προς την τέλεσιν των μυστηρίων των Καβείρων εν Θήβαις. Λέγει μόνον ότι, κατά την παράδοσιν των Θηβαίων, υπήρχεν άλλοτε πόλις εκεί, ένθα ο ναός, εν ή κατώκουν άνθρωποι καλούμενοι Κάβειροι, ότι είς εξ αυτών, ο Προμηθεύς και ο υιός αυτού Εθνεύς έσχον ποτε την τιμήν να φιλοξενήσωσι την θεάν Δήμητρα, ήτις εις αμοιβήν ενεπιστεύθη αυτοίς παρακαταθήκην, ότι δεν ήτο αυτώ επιτετραμμένον να δημοσιεύση τίς ήτο η παρακαταθήκη αύτη και εις τί εχρησίμευεν, αλλ’ ότι ήτο βέβαιον ότι η βάσις των εν Θήβαις τελουμένων μυστηρίων εστηρίζετο επί δώρου δοθέντος παρά της Δήμητρος.   

    Κατά δε τα εν Σαμοθράκη τελούμενα μυστήρια υπήρχον τέσσαρες θεοί Κάβειροι, ο Αξίερος, ο Αξιόκερσος, η Αξιόκερσα και ο Κασμίλλος. Κατά τον ιστορικόν Μνασέαν, Αξίερος σημαίνει εν τη αιγυπτιακή γλώσση Μέγας, Παντοδύναμος, Αξιόκερσος Μέγας γονιμοποιός, Αξιόκερσα Μεγάλη γονιμοποιός και Κασμίλλος Πάνσοφος.  

   Κατά την παράδοσιν, ο Κασμίλλος, ο και νεώτατος, εφονεύθη υπό των αδελφών αυτού, οίτινες μετά τον φόνον ετράπησαν εις φυγήν, φέροντες μεθ’ εαυτών τα γεννητικά όργανα αυτού εντός κίστεως ή καλάθου. Η κεφαλή αυτού περιετυλίχθη δι’ ερυθρού υφάσματος, το δε σώμα μετεκομίσθη επί ασπίδος εις Ασίαν, εις τους πρόποδας του όρους Ολύμπου, ένθα ετάφη.

   Ο αλληγορικός φόνος του Κασμίλλου εμνημονεύετο εν τοις τυπικοίς της μυήσεως.  Ο υποψήφιος προ της μυήσεως υπεβάλλετο εις δοκιμασίαν της προτέρας διαγωγής αυτού, εξωμολογείτο εις τον επί τούτω ιερέα, καλούμενον Κόην, εκαθαρίζετο από πασών των ανομιών αυτού και είτα προσήρχετο εστεμμένος κλάδω ελαίας και φέρων πορφυράν ζώνην περί την οσφύν, ή πορφυράν ταινίαν περί την κεφαλήν. Η ζώνη αύτη ή η ταινία, ήν έφερον κατόπιν περί το σώμα αυτών ως περίαπτον, προεφύλαττεν αυτούς από παντός κινδύνου και τρικυμίας. Ούτω περιβεβλημένος ο υποψήφιος ετίθετο επί θρόνου, όν περιεκύκλουν άπαντες οι παρεστώτες, κρατούμενοι δια της χειρός και εκτελούντες ιερούς χορούς. Είτα ετελείτο το επικήδειον δράμα,  καθ’ ό ο νεόφυτος παρίστα το πρόσωπον του Κασμίλλου. Κατά την παράστασιν ταύτην υπεκρίνοντο λύπην και ηκούοντο ολολύζοντες και στενάζοντες. 

   Εν Σαμοθράκη ιδίως οι θεοί Κάβειροι είχαν περιφανή ναόν, ένθα ετελούντο μεγαλοπρεπώς τα μυστήρια κατ’ έτος κατά τας αρχάς του θέρους. Τα μυστήρια ετελούντο την νύκτα, αι δε τελεταί διήρκουν εννέα ημέρας, καθ’ άς εσβέννυτο το εν τη νήσω πυρ και ελαμβάνετο νέον εκ του εν Δήλω ναού του Απόλλωνος. Προσήρχοντο εκ των απωτάτων χωρών και οι περιφανέστατοι άνδρες ίνα μυηθώσιν εις μυστήρια, εν οίς εδέχοντο γυναίκας και παιδία. Εκεί συνηντήθησαν το πρώτον και συνεζεύχθησαν οι γονείς του Μεγάλου Αλεξάνδρου, περί της γεννήσεως του οποίου ο Πλούταρχος (Βίος Αλεξάνδρου) αναφέρει.

    Τα μυστήρια της Σαμοθράκης ουδέν είχον απωλέσει της επισημότητος αυτών κατά το έτος 18 μ.Χ., οπότε ο ανεψιός του αυτοκράτορος Τιβερίου Γερμανικός επεβιβάσθη εις πλοίον ίνα μεταβή εκεί και μυηθή, αλλ’ εκωλύθη υπό των εναντίων σφοδρών ανέμων.

   Υπάρχει εν τω Βατικανώ μάρμαρον, καλούμενον “de la Duchesse de Chalais”, ο Ερμής τριγωνοειδής, όστις επί του άνω μέρους παριστά τας Καβειρικάς θεότητας,  τρεις τον αριθμόν (Αξιόκερσος, Αξιόκερσα και Κασμίλλος), και επεξηγεί αυτάς δι’ εικόνων γεγλυμμένων επί της βάσεως, του Απόλλωνος Ηλίου, της Αφροδίτης και του Έρωτος.

 

 

 

                          ΧΑΡΙΛΑΟΣ  Π.  ΚΑΛΑΪΣΑΚΗΣ

    

 

 

 

 

 

 

[ Το απόσπασμα «Περί Καβείρων» από το ανέκδοτο σύγγραμμα του Χαρίλαου Π. Καλαϊσάκη δημοσιεύθηκε στην ετήσια περιοδική έκδοση «Ημερολόγιον των Εθνικών Φιλανθρωπικών Καταστημάτων του έτους 1907 εν Κωνσταντινουπόλει», Έτος Τρίτον, Εν Κωνσταντινουπόλει, σ. 158-160. ]  

 

 ( εδώ αποτονισμός σε μονοτονικό ελλείψει πολυτονικής γραμματοσειράς. )

 

 

 

 

 

Λόγος Έμφρων

logosemfron.blogspot.com

[ ανάρτηση 26 Νοεμβρίου 2022 :

Χαρίλαος Καλαϊσάκης,

«Περί Καβείρων» ]